Γράφοντας τις προάλλες για το πώς έγινα Πειραιώτης θυμήθηκα πως αυτό έγινε όταν δούλευα στην εταιρία αλλά δεν έχω γράψει πώς ξεκίνησα σ' αυτήν. Το μόνο που έχω αναφέρει είναι πως ξεκίνησα τότε που έγραφα για τα μηχανάκια. Σκέφτηκα πως για τα τόσα χρόνια που πέρασα σ' αυτή την εταιρία δεν έχω γράψει και πολλά. Κι έτσι είπα να γράψω τον εργασιακό βίο πριν από αυτόν του καθηγητή. Ναι, θα πάρουμε τα πράγματα από πολύ παλιά, αλλά εντάξει δεν θα μιλήσω για τότε που δούλευε στην οικοδομή με τον πατέρα μου αλλά τι γινόταν απ' τη στιγμή που τέλειωσα από φαντάρος και πώς άρχισα να ψάχνω για δουλειά.
Το Πάσχα του 85 κατεβήκαμε στη Δραπετσώνα για τις γιορτές. Τις μέρες που ήμαστε εκεί επισκεφθήκαμε μία σειρά από φροντιστήρια του κέντρου και του Πειραιά προσπαθώντας να εξασφαλίσουμε κάποια δουλειά για το καλοκαίρι και για τον επόμενο χρόνο. Μας είπαν ότι ήταν νωρίς και δεν ξέρουν και να περάσουμε προς το καλοκαίρι να τους δώσουμε αίτηση.
Μέσα Μαΐου γίνεται ο γάμος της Πέρσας, κατεβαίνω για το γάμο και με την ευκαιρία να ψάξω για σπίτι. Τότε εφημερίδα μικρών αγγελιών ήταν τα Νέα. Δευτέρα πρωί αγοράζω μια από την Ομόνοια, και την τσεκάρω στα γρήγορα, πριν φτάσουν οι εφημερίδες σ' όλα τα περίπτερα (τότε οι εφημερίδες ήταν πρωινές που ήταν στα περίπτερα απ' το πρωί και απογευματινές που ξεκίναγαν να πουλιόνται το μεσημέρι, στις 12 - η Ομόνοια κι οι πάγκοι των εφημερίδων σ' αυτήν ήταν εξαίρεση. Οι πρωινές ξεκίναγαν μέσ' τη νύχτα κι οι απογευματινές το πρωί κατά τις 10). Βρίσκω ένα σπίτι στους Αμπελόκηπους που είχε και τηλέφωνο. Πάω, το βλέπω και το κλείνω, πληρώνοντας αρκετά παραπάνω για να έχω αυτή την ευκολία και γυρίζω στη Μυτιλήνη. Τον Ιούνιο η Μαρία έφυγε για να ψηφίσει στις ευρωεκλογές στη Δραπετσώνα εγώ ψήφισα στην Πλαγιά και την άλλη μέρα μπήκα στο καράβι μαζί με τα πράγματά μας και κατέβηκα για να εγκατασταθούμε στο σπίτι μας
Με το που μπήκαμε στο σπίτι ξανά για αναζήτηση εργασίας. Ξανά πέρασμα από τα φροντιστήρια χωρίς θετικά μηνύματα. Κοντά στο σπίτι ήταν κι ένα γραφείο του ΟΑΕΔ που μας έστειλε στα κεντρικά κι από κει προσλήφθηκα στην εταιρία Ταχυδέμα που ήταν εταιρία κούριερ (αλλά είπαμε, αυτά τα έχω ήδη γράψει). Νέος με μηχανάκι. Εντάξει, για τρεις μήνες σκεφτόμουνα πως θα έμενα εκεί, μέχρι το Σεπτέμβρη που θ' άρχιζα δουλειά αφενός σε κάποιο απ' τα τόσα φροντιστήρια που είχαμε δει κι αφετέρου με ιδιαίτερα αφού, όπως μας είχαν πει, θα μας χτύπαγαν την πόρτα και θα μας παρακαλούσαν για μάθημα. Στην πράξη έμεινα στην εταιρία μέχρι το τέλος του 89 κι αν δεν μ' έδιωχναν ίσως να ήμουν ακόμα εκεί (αν και μόνο για έναν έμαθα πως συνέχιζε μέχρι πρόσφατα).
Η εταιρεία κούριερ τότε ήταν κάτι καινούργιο για την Ελλάδα. Υπήρχαν ελάχιστες κι αυτό που έκανε η δική μας ήταν εξαιρετικά κοπιαστικό. Γιατί αναλάμβανε να μεταφέρει δέματα και φακέλους από ένα σημείο της Αθήνας σε ένα άλλο την ίδια μέρα! Διασχίζαμε το λεκανοπέδιο απ' τη μια άκρη στην άλλη. Είχαμε κάποιους τακτικούς πελάτες αλλά αυτό δεν σημαίνει κέρδος απόστασης. Οποιαδήποτε στιγμή έπεφτε τηλέφωνο έπρεπε να τρέξουμε. Η εταιρία ήταν μικρή. Στην Νεάπολη Εξαρχείων (πίσω απ' το αστυνομικό τμήμα) ήταν ένας χώρος που είχε ένα γραφείο ο διευθυντής και στα τηλέφωνα η γυναίκα του που ήταν και ιδιοκτήτρια (ο διευθυντής εμφανιζόταν υπάλληλος γιατί είχε προηγούμενα από άλλες επαγγελματικές ασχολίες) ενώ υπήρχε στο πατάρι και μία υπάλληλος βοηθός λογιστού για τα γραφειοκρατικά και τα λογιστικά. Και βέβαια εμείς με τα μηχανάκια στο δρόμο.
Ο βασικός μισθός με τον οποίο ξεκίνησα ήταν περίπου 27.000 δραχμές (30 για μένα που ήμουνα παντρεμένος) και επιπλέον 3.000 δραχμές πριν παρουσίας. Δηλαδή αν δεν απουσίαζες αδικαιολόγητα παραπάνω από μια-δυο μέρες το μήνα έπαιρνες κι αυτά τα τρία χιλιάρικα (κι αυτό γιατί πολλοί πήγαιναν όποτε το θυμόντουσαν, ανάλογα με την όρεξη που είχαν). Επιπλέον άλλα τρία χιλιάρικα για το μηχανάκι που έβαζες (για τα σέρβις και τις φθορές και τα υπόλοιπα που σιγά μη φτάνανε όταν κάναμε 80 - 100 χιλιόμετρα τη μέρα μέσα στην κίνηση της Αθήνα) ενώ τα καύσιμα ήταν πληρωμένα από την εταιρία (και με το παραπάνω, μπορούσες να κυκλοφορήσεις με τα καύσιμα που είχες βάλει και να κάνεις τη βόλτα σου το βράδυ ή το Σαββατοκύριακο).
Όταν μου είπε ο άλλος στον ΟΑΕΔ πήγαινε κι εκεί θα σε προσλάβουν σίγουρα ήξερε καλά τι έλεγε. Εγώ πήγα Δευτέρα και ξεκίνησα με το που εμφανίστηκα, Τετάρτη ήρθε η Αρετή, Παρασκευή ο Θοδωρής από τον Πειραιά και τη Δευτέρα ο Άρης. Μέσα σε μία εβδομάδα τέσσερις νέες προσλήψεις κι όλοι ήμασταν άνθρωποι σπουδές και όχι του Δημοτικού.
Δυο απ' τους πελάτες μας τους τακτικούς ήταν ο Μολοκότος κι η Φίνα. Καθημερινά παίρναμε το πρωί ένα δέμα απ' το κέντρο, το πηγαίναμε στην Πέτρου Ράλλη, από κει παίρναμε κάτι άλλο που το επιστρέφαμε. Το δρομολόγιο αυτό συνδυαζόταν με την Φίνα (εταιρία καυσίμων που αργότερα αγοράστηκε απ' την Τεξάκο κι αυτή απ' τη Σελ). Παίρναμε ένα πακέτο απ' το Μαρούσι κάθε απόγευμα, το πρωί μετά το Μολοκότο το πηγαίναμε στον Πειραιά. Από κει παίρναμε κάτι άλλο για να το πάμε τ' απόγευμα στο Μαρούσι.
Δεν ήταν όμως όλοι οι πελάτες έτσι χαλαροί. Είχαμε ας πούμε την Σίτιμπανκ. Αυτή ήταν τράπεζα που είχε 7 - 8 υποκαταστήματα αλλά δεν μας απασχολούσε το τραπεζικό κομμάτι. Στην Αθήνα ήταν τα γραφεία της Μέσης Ανατολής. Το κομμάτι δηλαδή που έλεγχε την δραστηριότητα της τράπεζας σε μια μεγάλη περιοχή. Είχε γραφεία στο Κολωνάκι και τη Γλυφάδα. Έπαιρναν τηλέφωνο θέλω αυτό τώρα να φύγει να πάει εκεί. Αυτό σήμαινε πως ένας νέος με μηχανάκι να ξεκινήσει και να πάει σε σύντομο διάστημα να τους εξυπηρετήσει. Και το κακό ήταν πως ενώ έφευγε από το Κολωνάκι κι ήτανε π.χ. στο ύψος του Α' νεκροταφείου μπορούσε να πέσει άλλο τηλεφώνημα για άλλον έναν που έπρεπε να κάνει το ίδιο δρομολόγιο. Στην τράπεζα αυτό συνέβαινε σπάνια (και δεν υπήρχε τρόπος να ειδοποιηθεί αυτός που ήταν στο δρόμο να γυρίσει πίσω ή να περιμένει να του το πάει ο επόμενος).
Ο πιο δύσκολος πελάτης ήταν ο Ταχυδρόμος το περιοδικό. Την εποχή εκείνη έβγαινε κάθε βδομάδα αλλά για να ετοιμαστεί η δουλειά γινόταν σε 4 - 5 σημεία. Χρήστου Λαδά ήταν η σύνταξη του περιοδικού. Αναγνωστοπούλου νομίζω (κάπου κει στο Κολωνάκι) γινόταν η σελιδοποίηση. Ότι κείμενο φτιαχνόταν στη ΧΛ έπρεπε να πάει στο Κολωνάκι να ενταχθεί στο περιοδικό και ο τρόπος στησίματός του να γυρίσει στη ΧΛ για να το δουν και να συμφωνήσουν. Βλέπετε δεν υπήρχε το ίντερνετ κι οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες που υπάρχουν σήμερα και αυτό που βλέπεις εσύ στην οθόνη σου μπορεί ταυτόχρονα να το βλέπει κάποιος στην άλλη πλευρά της Γης (π.χ. στην Αμερική ή στην Αυστραλία). Οι σελίδες που κλείνανε (ήταν έτσι όπως θα τυπωνόντουσαν) πήγαιναν στη Γραβιάς όπου γίνονταν οι διαχωρισμοί (το περιοδικό ήταν έγχρωμο, πράγμα που σημαίνει πως κάθε σελίδα τυπωνόταν 4 φορές, μία με μαύρο μελάνι, μια με κόκκινο, μια με μπλε και μια με κίτρινο - και για να γίνει αυτό έπρεπε να υπάρχουν 4 πρότυπα, το καθένα με το σχετικό χρώμα). Τα φιλμ απ' τη Γραβιάς πήγαιναν σε τυπογραφείο στο Μαρούσι στην αρχή και στον Πειραιά αργότερα αλλά το δέσιμο του περιοδικού γινόταν στη Λένορμαν κι έπρεπε να πάμε οδηγίες κι εκεί. Τα δυο πρώτα σημεία (και κάπου και το τρίτο) είχαν μια τρελή επικοινωνία. Κάθε στιγμή υπήρχαν 1 - 2 μηχανάκια να τρέχουνε από τη Χρήστου Λαδά στο Κολωνάκι κι αντίστροφα. Και πάνω που έλεγες πως εντάξει, τελειώσαμε, ξανάπεφτε τηλέφωνο.
Είχαμε και κάποιες πιο ήπιες περιπτώσεις. Αυτές ήταν οι καλύτερές μας, οι αποστολές για την επαρχία. Είχαμε αντιπροσώπους στη Θεσσαλονίκη, το Λάμπρο στη Λάρισα, το Μανώλη στο Ηράκλειο ενώ έγιναν και προσπάθειες για συνεργάτες στη Ρόδο και στην Κέρκυρα που δεν τράβηξαν. Περιέργως δεν είχαμε αντιπρόσωπο στην Πάτρα (παρά πολύ αργότερα, όταν ήμασταν ΤΝΤ πια). Τα δέματα τα παραλαμβάναμε κάποια στιγμή της μέρας και το βράδυ τα στέλναμε με τον ΟΣΕ (ή το βαπόρι για τα νησιά). Το πρωί πηγαίναμε και παίρναμε τα δικά τους και τα μοιράζαμε μέσα στη μέρα, όποτε ήταν βολικό.
Αυτό ήταν το ξεκίνημα στην Ταχυδέμα. Όταν όμως πήγα ήταν εποχή αλλαγών για την εταιρία. Από Ταχυδέμα ΕΠΕ έγινε Ταχυδέμα Ιντερνέσιοναλ ΕΠΕ. Θα μου πείτε τι άλλαξε, μπήκε μια λέξη στον τίτλο της. Κι όμως όχι. Αλλά γι' αυτά στο επόμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.