09 Οκτωβρίου 2020

Μπάνιο στο σπίτι

Έχω πει πώς έμαθα μπάνιο στη θάλασσα αλλά να μιλήσουμε και για το μπάνιο του σπιτιού. Και βέβαια όταν λέμε μπάνιο, πολλές φορές εννοούμε το μπανιάρισμα γιατί για το χώρο που συνηθίζεται να λέμε "μπάνιο" και που περιλαμβάνει και την τουαλέτα, θα τα πούμε στο επόμενο. Και βέβαια μιλάμε για τα παλιά χρόνια, τη δεκαετία του 60, άντε και του 70. Τότε λοιπόν το να πλυθεί κανείς στο χωριό ήταν μεγάλη πολυτέλεια. Γιατί καταρχάς ήταν δύσκολο να έχει ζεστό νερό. Αλλά κι όταν τα ζέσταινε, πώς θα το έριχνε πάνω του. Κάποιος έπρεπε να τον βοηθήσει. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ' την αρχή.

Γενικά το νερό, είτε για για να πλυθούν τα ρούχα είτε για να πλυθούν οι άνθρωποι είναι αρκετό. Δεν γίνεται μ' ένα κατσαρόλι (αν και, στην ανάγκη, κι έτσι μπορεί να γίνει δουλειά, αλλά το κατσαρόλι πρέπει να αδειάσει και να ξαναγεμίσει αρκετές φορές). Για να ζεσταθεί, λοιπόν, το νερό χρησιμοποιούσαμε καζάνια. Η καλή δουλειά γινόταν με μπακιρένια (χάλκινα) καζάνια που ήταν αντοχής (σαν αυτά που τώρα χρησιμοποιεί η Βατώ για τον τραχανά). Μέσα στην προίκα της νύφης συνήθως ήταν κι ένα τέτοιο καζάνι. Αλλά αυτά είναι βαριά κι έτσι βγήκαν άλλα από λαμαρίνα πολύ λαφριά και εύκολα στη μεταφορά.

Μιας και το καζάνι ήταν βαρύ αλλά σίγουρα πιο καλό, βρέθηκε φόρμουλα να χτίζεται σε μια μόνιμη θέση, σε μια άκρη στο κατώι. Το καζάνι στηριζόταν σε κάποιο ύψος κι από κάτω έμπαινε η φωτιά (από κλαδιά και ξύλα που υπήρχαν άφθονα). Ο καπνός έφευγε από κάποιο ύψος αφού έκανε το γύρο του καζανιού για να αποδώσει όσο περισσότερη θερμότητα μπορούσε. Προφανώς στο πάνω μέρος ήταν καλά κλεισμένο γύρω γύρω. Υπήρχε κι ένα ξύλινο σκέπασμα για να μην πέφτουν σκόνες και τέτοια στο νερό! Συνήθως ρίχναμε και κάνα κλαδί βάγιας (δάφνης) μέσα για να είναι το νερό μοσχοβολιστό. Και βέβαια το καζάνι άναβε κάθε Σάββατο για να κάνουμε μπάνιο αλλά και για να πλυθούν τα ρούχα.
Όταν ερχόταν η ώρα και το νερό ζεσταινόταν αρκετά το βγάζαμε με μια κανάτα (οι γαλιές, οι νεροκολοκύθες δηλ., ήταν πασέ στο σπίτι μας, αλλά σε άλλα σπίτια τις είχαν σε χρήση). Το νερό έμπαινε σ' έναν κουβά ή σ' ένα μικρό μπανάκι κι ανακατευόταν με κρύο ώστε να έρθει σε θερμοκρασία κατάλληλη για το σώμα. Υπήρχε μια σκάφη ξύλινη (φτιαγμένη απ' τον παππού μου) που έμπαινε στο πάτωμα, εγώ (ή ο πατέρας μου) μέσα στη σκάφη κι η μάνα μου να ρίχνει νερό με την κανάτα και να μας βοηθάει να πλυθούμε (εκείνη πλενόταν μόνη της). Αν ήταν να πλυθούν ρούχα, υπήρχε μια σκάφη χτιστή κάπου πιο ψηλά που εκτελούσε το χρέος της!

Κάποια στιγμή άρχισαν να μπαίνουν στο χωριό τα πιεστικά καζάνια: Ορειχάλκινα, γαλβανιζέ, κλειστά απ' όλες τις μπάντες με δυο σωλήνες από πάνω απ' τη μια έμπαινε το νερό κι απ' την άλλη έβγαινε. Δεν άντεχαν για μεγάλες πιέσεις, έτσι για να γεμίζει το καζάνι αυτό χρειαζόταν ένα ντεπόζιτο νερού, αλλά το ντεπόζιτο βόλευε και όταν είχαμε διακοπή νερού (κάτι που δεν είναι σπάνιο στο χωριό, ακόμα το βιώνουμε κάθε καλοκαίρι). Με τον τρόπο αυτό το νερό που έμπαινε στο καζάνι έσπρωχνε το ζεστό που ήταν μέσα και μπορούσες να έχεις νερό ζεστό στη βρύση, δεν χρειαζόταν η κανάτα. Κι αφού υπήρχε η βρύση, δεν ήταν ανάγκη και να σε βοηθήσει κάποιος, καθένας μπορούσε να πλυθεί μόνος του. Πολιτισμός και ευκολία. Το παλιό καζάνι έμεινε σε μια άκρη και όταν απόκτησα σπίτι με τζάκι το καθάρισα απέξω και το έκανα την αποθήκη για τα ξύλα!

Μιας κι ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος, τον φώναζαν για να χτίσει τέτοια καζάνια σε παλιά σπίτια που είχαν αρχίσει να εκσυγχρονίζονται αλλά και έφτιαχνε τέτοια στα σπίτια που έχτιζε. Και μια μέρα του 1969, γυρίζοντας από το σπίτι ενός καθηγητή (του Ξανθούλη) που μόλις του είχε χτίσει το καινούριο καζάνι, το πήρε απόφαση: Εγώ φτιάχνω τα καζάνια των αλλονών και δεν θα έχω στο σπίτι μου; Θα φτιάξουμε κι εδώ. Αμ έπος αμ έργο, συνεννοήθηκε με τον υδραυλικό του χωριού (τον Γιαγνίση), γκρέμισε το παλιό καζάνι, έχτισε ένα καινούριο, μπήκε το τεπόζιτο και έγιναν οι σχετικές υδραυλικές εγκαταστάσεις με μπάνιο σύγχρονο, με μπαταριά που ανακάτευε το ζεστό με το κρύο νερό και όλα τα σχετικά.

Παράλληλα με το μπάνιο, έχτισε και μια σκάφη. Δηλαδή.γκρέμισε την παλιά, ξαναέφτιαξε τις βάσεις και έβαλε πάνω μια καινούρια από μωσαϊκό που ήταν πολύ πιο καθαρή και με βρύση ζεστού και κρύου νερού πολύ πιο άνετη. Βέβαια, επειδή στην αρχή το ντεπόζιτο μπήκε στο ύψος του πατώματος, η ροή του νερού ήταν πολύ χαμηλή. κι έτσι το μπάνιο ήταν δύσκολο, ειδικά που του πατέρα μου του άρεσε να κάνει ντους κι άρα το κράμαγε ψηλά άρα υψομετρική διαφορά λιγότερο από ένα μέτρο. Έτσι κάποια στιγμή μετακόμισε σε πιο ψηλό σημείο (και πήγε και νερό στο νεροχύτη, στην κουζίνα).

Το καζάνι αυτό επέζησε μέχρι το 1997. Βέβαια, το 1989 μπήκε στο σπίτι καλοριφέρ, έτσι εγκαταστάθηκε κι ένα μπόιλερ κι η ανάγκη ν' ανάβει φωτιά περιορίστηκε, αλλά ήταν ο πιο συνηθισμένος για να έχουμε ζεστό νερό (ειδικά το καλοκαίρι που πηγαίναμε εμείς με τα παιδιά και δεν δούλευε το καλοριφέρ). Το 97 ο χώρος που ήταν το πλυσταριό - αποθήκη άλλαξε χρήση, έγινε δωμάτιο (των παιδιών βασικά) οπότε έφυγε το καζάνι και το μπόιλερ έμεινε κυρίαρχο για ζεστό νερό. Έφυγε και η σκάφη (που είχε περιοριστεί αφού αρχές δεκαετίας του 80 είχε αγοραστεί πλυντήριο). Αλλά το μπάνιο δεν άλλαξε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.