OBC είναι τα αρχικά απ' τις λέξεις on board courier και σημαίνει τον κούριερ που ταξιδεύει μ' ένα αεροπλάνο (συνήθως) ή άλλο μέσον μαζικής μεταφοράς συνοδεύοντας έτσι τα πράγματα που στέλνονται. Γιατί χρειάζεται να ταξιδέψει κάποιος μαζί και δεν στέλνονται σκέτα; Για επιτάχυνση διαδικασιών. Σε μια προγραμματισμένη πτήση η αποστολή ενός δέματος (ή ενός συνόλου δεμάτων δεν έχει σημασία) έχει μια κάποια διαδικασία. Ειδικά σήμερα με τους κανονισμούς ασφαλείας μπορεί να χρειαστεί να παραμείνει σε καραντίνα για 24 ώρες! Αλλά και τα χρόνια κείνα τα παλιά που ήμουνα στην εταιρία, πάλι έπρεπε η αποστολή να έχει ολοκληρωθεί κάνα δίωρο πριν την πτήση. Ενώ ο επιβάτης μόλις ένα μισάωρο (σε συμφωνία και με την αεροπορική που είχε ένα στάνταρ επιβάτη κάθε μέρα).
Έχουμε συνηθίσει να λέμε κούριερ τους μεταφορείς με τα μηχανάκια (τότε) ή με αυτοκίνητα που μας φέρνουν τα πράγματα σε σύντομο χρόνο. Η ACS μάλιστα (Air Courier Service τα αρχικά και ποιος το θυμάται σήμερα που τόχει κάνει ACS Courier και βέβαια με Air δεν είχε ποτέ ιδιαίτερη σχέση) έλεγε στου υπαλλήλους της όπου πήγαιναν να λένε πως είναι από την κούριερ (σάματις οι άλλες εταιρίες κούριερ που υπήρχαν κλώθαν μαλλί). Όμως courier πάει να πει γενικά μεταφορέας (άντε ταχυδρόμος) και υπάρχει και η ειδική περίπτωση που ένας κούριερ μεταφέρει ένα μόνο πράγμα (αν αυτό είναι ιδιαίτερης αξίας ή ιδιαίτερα επείγον). Όπως π.χ. κάποιος που μεταφέρει ένα βαλιτσάκι κλειδωμένο με χειροπέδα στο χέρι του! Εδώ όμως θ' ασχοληθούμε με τον κούριερ που ταξιδεύει με αεροπλάνο συνοδεύοντας τα προς μεταφορά αντικείμενα που πριν την αναχώρησή του τα είχε και τα διαχειριζόταν η εταιρία αποστολής ενώ με την άφιξη πάλι κάποιος απ' την εταιρία παραλαβής θ' ασχοληθεί. Αυτός μόνο τα συνοδεύει.
Τα πράγματα που μαζεύαμε τα συσκευάζαμε σε μεγάλους σάκους. Με χερούλια στα πλάγια κι όσο το δυνατόν αδιάβροχους. Ανάλογα την ποσότητα και το μέγεθος των κομματιών που είχαμε μαζέψει ήταν κι ο αριθμός σάκων. Αλλά ελάχιστος αριθμός οι δυο. Ένας με έγγραφα κι ένας με τα υπόλοιπα. Και τα έγγραφα ήταν πολύ περισσότερα απ' τα άλλα. Κι αυτά που παίρναμε κι αυτά που στέλναμε. Ο διαχωρισμός ήταν γιατί υπήρχε διαφορετική αντιμετώπιση στα τελωνεία. Κάποια στιγμή που άρχιζε η ενοποίηση του Ευρωπαϊκού χώρου (κι ήρθε ο ΦΠΑ στη ζωή μας) τα μη έγγραφα έπρεπε να συνοδεύονται με ειδικά χαρτιά που έδειχνε πως είχαν φορολογηθεί ήδη στην Ελλάδα ή σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Μέχρι να καταφέρουμε να μας υπογράφουν οι δικοί μας τα χαρτιά για εξαγωγή και να αποδέχονται αυτά για τα εισερχόμενα είδαμε και πάθαμε. Αλλά ξέφυγα απ' το θέμα.
Όταν ξεκίνησε η συνεργασία με την ΤΝΤ η μεταφορά γινόταν με φορτωτικές. Για τα 3 - 4 κομμάτια που είχαμε (και αν) δεν άξιζε τον κόπο για κάτι άλλο. Όταν πλήθυναν αποφασίστηκε να μπει ένας OBC ένας κούριερ δηλαδή όπως αυτός που λέγαμε στην αρχή. Την αρχή την έκαναν οι Εγγλέζοι. Κι έτσι ξεκινήσαμε να παραλαβαίνουμε τον κούριερ που ερχόταν απ' το Λονδίνο. Όμως η αποστολή μέσω Λονδίνου δεν βόλευε καθόλου. Μ' αυτόν τον τρόπο οι παραδόσεις στην Ευρώπη γίνονταν τη μεθεπόμενη μέρα γιατί το κέντρο διακίνησης της Ευρώπης (το HUB στη γλώσσα της πιάτσας) ήταν στις Βρυξέλλες. Έτσι προσπαθήσαμε (δηλαδή οι ιδιοκτήτες της εταιρίας) να αποκτήσουμε επαφές με εκεί. Με ιδιωτικό αεροπλάνο. Αλλά δεν φτούρησε. Και βρέθηκα να κάνω τον κούριερ.
Αργότερα το κέντρο διαλογής μετακόμισε στην Κολονία. Αυτό βόλευε πολύ γιατί αεροπλάνα για Ντίσελντορφ (μικρή απόσταση απ' την Κολονία) είχε δυο - τρία απ' την Αθήνα. Της Ολυμπιακής μάλιστα σταμάταγε και στη Σαλονίκη κι έπαιρνε κι από κει τα προς αποστολή (η συμφωνία ήταν πως θα έχουμε επιβάτη καθημερινά που θα μπορούσε να μεταφέρει όχι 20 κιλά που ήταν το κανονικό βάρος που μετέφερε ένας επιβάτης αλλά 50 ενώ για τα επιπλέον (αν υπήρχαν) θα πληρώναμε μικρότερο ποσό ανά κιλό απ' όσο οι συνηθισμένοι επιβάτες. Εμ, το να έχεις κάθε μέρα μια θέση κλεισμένη, ένα εισιτήριο πουλημένο στο πήγαινε και στο έλα δεν ήταν μικρό πράγμα.
Για το δρομολόγιο αυτό συνεργαζόμασταν με δυο φοιτητές που πήγαιναν εναλλάξ. Εκεί τους παραλάβαινε κάποιος απ' την εταιρία, τους πήγαινε με αυτοκίνητο στην Κολονία, αυτοί έμεναν σε ξενοδοχείο και επέστρεφαν το πρωί. Έκανα το ταξίδι κάνα δυο φορές αφενός για να δω τη διαδικασία κι αφετέρου για να μάθω σχετικά με το πώς δουλεύουν εκεί. Οι φοιτητές - κούριερ πληρώνονταν από δω κάποια λεφτά αλλά έπαιρναν και 25 μάρκα εκεί (επιμερισμός κόστους). Τα 25 μάρκα μου τα έδιναν και μένα. Και τα αξιοποίησα αγοράζοντας κάποιες συσκευές: ένα ηλεκτρικό ανοιχτήρι τη μια φορά κι ένα ηλεκτρικό μαχαίρι (που τόχω ακόμα) την άλλη.
Τον κούριερ τον έκανα και για το Λονδίνο όταν άλλαξαν τα πράγματα κι αρχίσαμε να στέλνουμε εμείς. Σε συνδυασμό με τη Μαρία βέβαια. Σαββατοκύριακο στο Λονδίνο δεν μου ερχόταν άσχημα. Μας καλάρεσε. Μια φορά μάλιστα κάναμε τους κούριερ της DHL! Γιατί αυτοί έδιναν βδομάδα. Κι έτσι συνοδέψαμε τα πράγματα των ανταγωνιστών. Μαζί μας κι ο Δημήτρης. Μωρό τριών μηνών! Με διαβατήριο κανονικό. Πληρώσαμε εμείς τα εισιτήριά του (βασικά ως βρέφος δεν πλήρωνε εισιτήριο αλλά μόνο την ασφάλεια ταξιδιού, κάτι λίγα δηλαδή).
Από το Λονδίνο έκανα κι από κει ψώνια. Όχι με λεφτά που πήρα απ' την εταιρία, με δικά μου. Αλλά ήταν ξεχωριστά. Υπήρχε μια εταιρία (βλέπω πως υπάρχει ακόμα), Argos λεγότανε κι είχε διάφορα καλούδια που τα παρουσίαζε σε περιοδικό. Εκεί είδα ένα τραπεζάκι που βόλευε για να φάει κανείς στο κρεβάτι. Κι ήθελα να το πάρω. Εκεί που μέναμε είδα πως είχε υποκατάστημα αλλά πού ακριβώς. Ξεκίνησα βόλτα να το ψάξω. Σε μια άλλη βόλτα είχα δει έναν εξαιρετικό φακό Vivitar με ζουμ 28 - 200. Για όποιον δεν ξέρει αυτά είναι φωτογραφική ορολογία. η συνηθισμένη διάσταση είναι 50 περίπου, ενώ στην ελληνική αγορά κυκλοφορούσαν είτε φακοί 30 - 60 είτε 50 - 150 ή 200 κι η τιμή του καθένα ήταν γύρω στα 35 χιλιάρικα. Εκεί με 150 λίρες (δηλαδή στα 37 χιλιάρικα) βρήκα τον 28 - 200 που συνδύαζε τους δυο επιμέρους και στην τιμή του ενός. Έτσι πήγα να τον πάρω. Τον δοκιμάζω στη μηχανή και πάω να τραβήξω την πρώτη μου φωτογραφία. Σκοπεύω και βλέπω μέσα την ταμπέλα του απέναντι καταστήματος: Argos/
Στο Λονδίνο ψάξαμε και για τηλεόραση και βίντεο. Δεν είχαμε μέχρι τότε. Πήγαμε στην περίφημη Τότεναμ Κουρτ Ρόαντ (Tottenham Court Road) που ήταν η πηγή των ηλεκτρονικών. Αλλά οι τιμές τους ήταν πού ψηλά, οι φήμες που ήθελαν και εκτελωνισμό χώρια τα προβλήματα μεταφοράς (αφού σαν κούριερ δεν δικαιούμασταν τσάμπα κιλά). Έτσι εγκαταλείψαμε τα σχέδια αυτά. Μας γυάλισε όμως ένας φούρνος μικροκυμάτων. 150 λίρες κι αυτός. Πώς όμως να τον μεταφέρουμε; Σ' αυτό μας βοήθησε η κουνιάδα μου. Τον πήραμε και μας τον μετέφεραν αυτοί σ' ένα ταξίδι τους προς Ελλάδα.
Μ' αυτά και μ' αυτά ολοκληρώθηκαν οι αφηγήσεις για την δουλειά μου σε εταιρία. Έχω όμως κάποιες λίγες ιστορίες να πω ακόμα. Δεν τελειώσαμε ακόμα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.