Για την εκδρομή αυτή έχω γράψει ήδη ένα μεγάλο κομμάτι. Εκεί γράφω για το πώς κι αποφασίσαμε να κάνουμε αυτή τη βόλτα και περιγράφω τα του πηγαιμού (μόνο για τον άλλον που έτρωγε κοτόπουλο και σκούπιζε τα χέρια του στις κουρτίνες δεν έγραψα 😀). Άρα για το τρένο, το πέρασμα απ' τα Βουλγάρικα χωριά, πάνω απ' τον Δούναβη, την είσοδο στη Ρουμανία και της διέλευσης δεν θα τα επαναλάβω, αλλά να γράψω τι έγινε το πρωί στην Τούλτσα (ή Τουλσέα - Tulcea) και να βάλω και φωτογραφίες που δεν έχω στο παλιό.
Σιδηροδρομικός σταθμός Βουκουρεστίου |
Στο τρένο είχα μιλήσει με τον συνοδό της αμαξοστοιχίας κι είχα ζητήσει να μας ξυπνήσει με το που θα φτάναμε κι ο άνθρωπος το φρόντισε. Σταμάτησε το τρένο κι εμείς δεν είχαμε ολοκληρώσει το νίψιμο για να κατέβουμε! Αφήνουμε τα σακίδια που είχαμε στο γραφείο φύλαξης αποσκευών (τότε αυτό γινόταν με υπάλληλο που σου έδινε ένα χαρτάκι για να τις πάρεις όποτε ήθελες, σήμερα είναι με κερματοδέκτες) και βγαίνουμε να γνωρίσουμε την πόλη. Αλλά πριν απ' αυτό να πιούμε ένα καφέ. Αλλά καφέ δεν είχε. Μόνο μπίρα κι αν σ' αρέσει. Με τα πολλά βρήκαμε ένα μαγαζί που έφτιαχνε κάτι σαν καφέ (σαν ελληνικό αλλά πολύ καβουρντισμένο).
Βουκουρέστι: Μπροστά στο κοινοβούλιο. |
Επόμενο θέμα μας από πού και πότε φεύγει καραβάκι για Σουλινά (Sulina) που ήταν ο προορισμός μας. Ξέραμε πως εκεί δεν πάει κανένα άλλο μέσον παρά μόνο καράβι (ούτε τρένο, ούτε λεωφορείο, ούτε αυτοκίνητο). Ναι, αλλά πού θα το βρούμε. Κάπου είδαμε κάτι ανακοινώσεις, αλλά δεν καταλαβαίναμε γρι. Ξαφνικά περνάει από μπροστά μας ένας τύπος με στολή. Κάπως μου έκανε πως έχει σχέση με την κίνηση στο ποτάμι (ας πούμε αντίστοιχο λιμενικού). Τον ρωτάω αλλά μιας και από γλώσσα δεν είχαμε κάτι κοινό με παίρνει από το χέρι, με πάει σ' ένα πίνακα και μου δείχνει: Αυτό είναι η μέρα, αυτή η ώρα, φεύγει το ράπιντο και βγαίνοντας έξω μου δείχνει που περίπου θα ήταν δεμένο! Υπέροχα. Είχαμε μπόλικη ώρα, θα έφευγε μετά το μεσημέρι.
Βουκουρέστι: πλατεία Ουνιρίι (Unirii) εκεί που έγινε η εξέγερση εναντίον του Τσαουσέσκου |
Κάνουμε βόλτα στην πόλη, περπατώντας στο ποτάμι είδαμε πως είχαν προσαρμόσει τα πάντα για μετακίνηση με το ποτάμι: βάρκες για την αστυνομία, βάρκες για ασθενοφόρα, πλωτά νοσοκομεία, τα πάντα για τα χωριά που ήταν στον ποταμό δίπλα και δεν είχαν άλλον τρόπο να μετακινηθούν.
Βουκουρέστι: πλατεία Πανεπιστημίου |
Και μιας κι είπα για τη γλώσσα, μερικές παρατηρήσεις: Πρώτον, από ξένες γλώσσες οι μεγάλοι μίλαγαν γαλλικά, αλλά τα δικά μου γαλλικά τα είχα εγκαταλείψει στο Πλωμάρι πριν 20+ χρόνια από τότε. Οι νεότεροι μάθαιναν πια αγγλικά, αλλά έπρεπε να τους πετύχεις. Έτσι εγώ τους μίλαγα ελληνικά και καθάριζα. Και ω του θαύματος, όλο και βρισκόταν κάποιος που ήξερε ελληνικά! Η Μαρία επέμενε να τους μιλάει αγγλικά και δεν έβρισκε ανταπόκριση καμιά!
Ένα άλλο που μας έκανε εντύπωση ήταν πως ενώ είχαν περάσει ήδη 8 χρόνια και βάλε από την εκτέλεση του Τσαουσέσκου, το όνομά του δεν έλειπε από το στόμα τους. Κι απ' τον τρόπο που τους άκουγες να λένε καταλάβαινες πως η αναφορά ήταν με δυο αντίθετους τρόπους. Αχ, πούσαι Τσαουσέσκου να δεις που καταντήσαμε - πούναι τα χρόνια τα δικά σου τα καλά και Φτου σου Τσαουσέσκου, σε τι χάλια μας έφερες!
Δέλτα στην Τουλσέα. Μέχρις εκεί είχα φτάσει η χάρη μας. |
Στη βόλτα μας στην πόλη περάσαμε κι από μια λαϊκή αλλά εκείνο που μας έκανε περισσότερο εντύπωση ήταν που όλοι κουβαλούσαν μπουκάλια με νερό. Μέχρι που είδαμε ένα μαγαζί που του πήγαιναν τα μπουκάλια για να τους κάνει το νερό ανθρακούχο. Δεν ξέρω γιατί δεν τους άρεσε σκέτο αλλά το θέλαν γκαζωμένο (όχι apă plată αλλά apă minerală) εμείς θέλαμε το πρώτο και το μάθαμε να το ζητάμε, αν δεν το λέγαμε θα μας έφερναν με φυσαλίδες!
Γάμος. |
Πέρασε η ώρα. Πεινάσαμε. Μπαίνουμε σ' ένα εστιατόριο να προλάβουμε να φάμε πριν πάρουμε το καραβάκι. Το εστιατόριο φαίνεται κυριλέ, είναι απ' αυτά που ο σερβιτόρος σου γεμίζει το ποτήρι. Η Μαρία φοβάται πως θα πληρώσουμε πολλά, αλλά κάθε άλλο παρά κάτι τέτοιο συμβαίνει. Και καθώς τρώμε βλέπουμε απέναντι να περνάει ένας γάμος. Ήταν η πρώτη μας φορά. Μετά το συνηθίσαμε, όταν ήμασταν στο εξωτερικό όλο και κάποιο γάμο θα πετυχαίναμε. Είτε έτσι που πάνε το γαμπρό και τη νύφη είτε απλά που θα φωτογραφίζονταν (λογικό αφού κι εμείς κι αυτοί τα ίδια τουριστικά σημεία διαλέγουμε).
Επιστροφή με μεγάλο καραβάκι! |
Πάμε στο Σουλινά, κάνουμε τις βόλτες μας, βλέπουμε κι εκεί τη λαϊκή που όμως δεν είχε τίποτα ν' αγοράσεις, βασικά ήταν ένα μέρος σε παρακμή. Το βράδυ εκεί που περπατάμε ακούμε σ' ένα κέντρο "το γελεκάκι που φορείς" και μαθαίνουμε πως τα ελληνικά τραγούδια είναι ιδιαίτερα δημοφιλή. Καθίσαμε και τ' απολαύσαμε παρά τις επιθέσεις των κουνουπιών. Την άλλη μέρα στο εστιατόριο μαθαίνουμε πως ο ιδιοκτήτης είναι Έλληνας, αλλά δεν εμφανίζεται, μένει στην κουζίνα.
Αποφασίζουμε να φύγουμε το Σάββατο, έχει το αργό καράβι, αλλά πολύ άνετο, καθόλου στρίμωγμα, μια χαρά βρίσκουμε να κάτσουμε. Το αργό αυτό καράβι είχε φτηνό εισιτήριο για τους ντόπιους (π.χ. 15 κάτι, λέι, χιλιάδες; δεν θυμάμαι) ενώ για τους ξένους ήταν ακριβό. Στα 70. Αντίθετα το ράπιντο ήταν ίδια τιμή για όλους, γύρω στα 55. Αλλά κυκλοφορούσαν εναλλάξ. Μια μέρα πήγαινε απ' την Τουλσέα το αργό, έμενε τη νύχτα στο Σουλινά και την επόμενη το πρωί επέστρεφε. Αντίστοιχα το ράπιντο. Άρα αν ήθελες να μετακινηθείς συγκεκριμένη μέρα το ποιο θα έπαιρνες ήταν μονόδρομος. Κι αν ήθελες να πας στην Τουλσέα μονομερήτικα, αναγκαστικά θα πήγαινες με το ένα και θα γύριζες με το άλλο (στην αντίθετη κατεύθυνση δεν γινόταν να μην διανυκτερεύσεις).
Σουλινά |
Γυρνάμε μεσημέρι στην Τουλσέα, αφήνουμε πάλι τα πράγματά μας στο σταθμό (τόχαμε μάθει το κόλπο, κι επειδή πλήρωνες με το κομμάτι φρόντισα να κάνω τα δυο σακβουαγιάζ ένα!) και κάναμε τη βόλτα μας πάλι. Τη νύχτα παίρνουμε το τρένο, έχουμε κανονίσει πως θα κοιμηθούμε σε κουκέτα και το πρωί ξημερώνουμε στο Βουκουρέστι.
Από το Βουκουρέστι το τρένο για Κωνσταντινούπολη που θα παίρναμε εμείς έφευγε μετά το μεσημέρι οπότε αποφασίζουμε να κάνουμε βόλτα στην πόλη. Ξεκινάμε με τα πόδια απ' το Βόρειο σταθμό (Gara de Nord εκεί φτάσαμε κι από κει θα φεύγαμε) και κατεβαίνουμε μέχρι το κέντρο. Περνάμε από την αψίδα του θριάμβου του Βουκουρεστίου, βλέπουμε αρχοντικά που χρησιμοποιούνται για πρεσβείες, δρόμους τεράστιους σε πλάτους και άδειους από αυτοκίνητα (είναι και Κυριακή πρωί), περνάμε από ορθόδοξες εκκλησίες και φτάνουμε στο κέντρο.
Πολλές ώρες στους δρόμους, πάμε προς το κοινοβούλιο που γύρω του είναι διάφορα κυβερνητικά κτίρια (υπουργεία και τέτοια) κι εκεί τάχουμε φτύσει πια. Παίρνουμε το μετρό και επιστρέφουμε, έτσι κι αλλιώς πέρασε και η ώρα.
Γκιούργκιου: Πρώτος (και τελευταίος) σταθμός στη Ρουμανία. |
Επιβιβαζόμαστε στο τρένο μας και ξεκινάμε. Στον δρόμο δεν έχουμε περιπέτειες, περνάμε από τα μέρη που είχαμε δει πριν λίγες μέρες στον πηγαιμό (όσα είχαμε μπορέσει να δούμε όταν δεν κοιμάμασταν).
Δούναβης! |
Το ταξίδι της επιστροφής ήταν χωρίς καθυστερήσεις, διασχίσαμε τη Βουλγαρία και φτάσαμε στο Σβίλενγκραντ (Свиленград) βραδάκι. Παίρνουμε ταξί και μας πάει στα σύνορα (είχε και τρένο αλλά έφευγε στις 11 το πρωί, άρα θα έπρεπε να διανυκτερεύσουμε εκεί, χώρια που τ' αυτοκίνητο το είχαμε στα σύνορα, έξ' απ' το σταθμό).
Ρούσε: ο τελευταίος σταθμός στη Βουλγαρία |
Περνάμε τα σύνορα, εντυπωσιάζονται και πάλι που είμαστε με τα πόδια, βγαίνουμε απ' το χώρο ελέγχου και βρίσκουμε το αυτοκίνητό μας. Ακέραιο, δεν είχε πάθει τίποτα ούτε είχε κάνα μπιλιέτο πάνω του. Όλα μια χαρά, επιστρέφουμε στο Διδυμότειχο. Λέμε πως θα ξαναγυρίσουμε στη Ρουμανία, αλλά μέχρι τώρα δεν τα καταφέραμε...
Η εκκλησία στο Σουλινά, στις εκβολές του Δούναβη είναι αντίγραφο από μια άλλη που είναι στις πηγές του | Να υποθέσω αυτήν; |
Την άλλη μέρα είναι Τρίτη, είναι η μέρα που ανοίγει το σχολείο (η μέρα της λαϊκής στο Διδυμότειχο) κάνω τη θερινή μου υπηρεσία και φεύγουμε για το χωριό να βρούμε τα παιδάκια μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.