Όποιος κυκλοφορεί είναι νομοτέλεια πως θα έχει ατύχημα. Διαφορετικής βαρύτητας ανάλογα με το με τι κυκλοφορείς, αλλά το ατύχημα δεν το αποφεύγεις. Αν είσαι με τα πόδια μπορεί να παραπατήσεις ή να σκουντουφλήσεις κάπου. Αν είσαι με τροχοφόρο ένα τρακάρισμα είναι στο πρόγραμμα. Αυτό που δεν ξέρεις είναι το πότε θα συμβεί. Και ποιος θα είν' ο φταίχτης. Μπορεί εσύ μπορεί κάποιος άλλος. Το μόνο σίγουρο είναι πως κανένας δεν μπορεί να αποφύγει τα ατυχήματα, όσα μέτρα και να πάρει. Βέβαια, αν έχει πάρει μέτρα, τα προβλήματα που θα προκληθούν θα είναι πιο μικρά (ως αμελητέα) αλλά το ατύχημα δεν μπορείς να το αποφύγεις. Τα μέτρα είναι για να απαλύνουν τις συνέπειες.
Το πρώτο μου ατύχημα με μηχανάκι ήταν στη Μυτιλήνη, τότε που ήμουνα φαντάρος. Είχε έρθει η Μαρία και ξεκινάμε να πάμε στο Μόλυβο. Για κάποιο λόγο έχει φύγει η ντίζα του γκαζιού απ' τη θέση της (για όποιον δεν ξέρει ντίζα είναι ένα συρματόσχοινο που στη μια του άκρη έχει ένα σταθερό στήριγμα - κεφάλι - ενώ απ' την άλλη βιδώνεται σ' αυτό που θέλεις να ελέγξεις, π.χ. φρένο ή παροχή καυσίμου κλπ). Τη ξαναβάζω αλλά ανάποδα. Σ' όλα τα μηχανάκια (ή τα ηλεκτρικά οχήματα σήμερα) για να αυξήσεις την παροχή άρα να τρέξει το όχημα γυρνάς το δεξί χέρι προς εσένα ενώ αν το αφήσεις αυτό από μόνο του γυρίζει απ' την άλλη και μειώνεται η παροχή, άρα και η ταχύτητα, κι αν θέλεις αυτό να γίνει πιο άμεσα το γυρίζεις εσύ με το χέρι. Εγώ όταν το ξανάβαλα έπρεπε να γυρίζεις προς τα έξω για ταχύτητα και επέστρεφε προς τα μέσα για να κόψει. Μάλλον είχε κάποια διαδικασία για να το τοποθετήσω ξανά σωστά κι έτσι τ' άφησα θεωρώντας πως θα είχα τον έλεγχο. Πράγματι τον είχα για καμιά 20αριά χιλιόμετρα. Μέχρι που φτάσαμε σε μια στροφή - πέταλο. Θέλω να κόψω για τη στροφή και το χέρι κάνει την κίνηση που έχει συνηθίσει. Γυρνάει προς τα έξω. Και το μηχανάκι επιταχύνει μ' αποτέλεσμα να βγούμε απ' τη στροφή και να βρεθούμε από κάτω.
Επόμενο ατύχημα ήταν τις μέρες του γάμου. Κάνουμε διάφορες δουλειές και επιστρέφουμε προς Δραπετσώνα. Τότε ο Πειραιάς είχε ακόμα τις γραμμές του τραμ για το Πέραμα. Το τραμ το θυμάμαι που το έβλεπα όταν πέρναγα από Πειραιά, τώρα βλέπω πως λειτουργούσε μέχρι το 1977 αλλά το 84 οι γραμμές του δεν είχαν ξηλωθεί. Πήγαιναν στον δρόμο δίπλα στο λιμάνι και λίγο πριν τον Άγιο Διονύση έστριβαν προς τα μέσα. Εκεί λοιπόν για να τις περάσεις με το μηχανάκι έπρεπε να το στρίψεις λίγο κάθετα, κάτι που εγώ δεν το ήξερα. Πάω πάνω τους κι η μικρή διαφορά που είχαν απ' το υπόλοιπο οδόστρωμα σπρώχνει τη ρόδα και βρισκόμαστε κάτω. Μικρή η ζημιά πάλι (κάτι γδαρσίματα), ευτυχώς τα αυτοκίνητα που έρχονταν πίσω μας σταμάτησαν χωρίς να πέσουν πάνω μας και χωρίς άλλα προβλήματα.
Όταν ξεκίνησα να δουλεύω με το μηχανάκι στην εταιρία, επόμενο ήταν να υπάρξουν κι εκεί ατυχήματα. Όταν κάνεις 80 - 100 χιλιόμετρα τη μέρα μέσα στην Αθήνα (και κάποια με πίεση χρόνου) σίγουρα κάτι θα πάει στραβά. Και το στραβό μπορεί να είναι ένα κόκκινο φανάρι που το υπολογίζεις λάθος.
Το πρώτο καλοκαίρι που δούλευα, κάποια στιγμή είχα πάρει το πρωινό δρομολόγιο για Πειραιά. Κι επειδή ήμουν καλός και συνεπής μου προτάθηκε αντί να δουλεύω με το δικό μου μηχανάκι να χρησιμοποιώ ένα της εταιρίας (είχε μερικά - αργότερα αυτό έγινε καθεστώς). Τα μηχανάκια της εταιρίας ήταν εξοπλισμένα με VHF (βιέιτσεφ ή πιο απλά βιετσέ). Βασικά, αυτά είναι τα ραδιοκύματα που ακούμε ραδιόφωνο σήμερα, αλλά επίσης ένα κομμάτι τους είναι ένα σύστημα επικοινωνίας (με άδεια απ' την αρμόδια αρχή) που χρειάζεται ειδικά μηχανήματα αποστολής (στα γραφεία) και λήψης (σε κάθε μηχανάκι -αν και το αποστολή και λήψη είναι σχετικά αφού η επικοινωνία είναι αμφίδρομη). Με τους υπόλοιπους έπαιρναν τηλέφωνο εκεί που θα πηγαίναμε ώστε να τους πάρουμε εμείς όταν φτάσουμε και να μας πουν κάποια οδηγία - αλλ' αυτό μόνο αν προέκυπτε κάτι πριν πάμε, αν έβγαινε αφού φεύγαμε δεν υπήρχε τρόπος κι έπρεπε να ξεκινήσει άλλος για αποστολή από κοντινό σημείο..
Το μηχανάκι το δικό μου το είχα "φτιαγμένο". Σε κάποιο σέρβις του είχε γίνει και ρεκτιφιέ. Με τη διαδικασία αυτή ο κυβισμός του αυξήθηκε λίγο (από 50άρι έγινε 70άρι αλλά ανεπίσημα) μ' αποτέλεσμα να αυξηθεί κι η απόδοσή του. Το μηχανάκι της εταιρίας αντίθετα ήταν αυτό που ήταν απ' την αρχή συν το ότι είχε κάνει κάμποσα χιλιόμετρα κι η απόδοσή του είχε ψιλοπέσει. Τη διαφορά αυτή την είχα δει αλλά δεν είχα συνειδητοποιήσει πώς δούλευε στην πράξη. Πρώτες μέρες με της εταιρίας, γυρίζω από Πειραιά. Φτάνω στη γέφυρα του Μοσχάτου και βλέπω πορτοκαλί το φανάρι. Γκαζώνω (αλλά δεν πήγαινε άλλο) να περάσω. Κοκκινίζει το φανάρι αλλά δεν με παίρνει να σταματήσω με τη φόρα πούχα πάρει. Απ' τη γέφυρα ξεκινάνε να κατεβαίνουν τ' αυτοκίνητα. Πρώτη λουρίδα (προς εμένα) ένα φορτηγάκι (κλούβα). Με βλέπει και δεν ξεκινάει. Αλλά το δεύτερο αυτοκίνητο δεν έχει ορατότητα. Ξεκινάει ο άνθρωπος κανονικά. Κι αγκαλιαζόμαστε. Μένω μερικές μέρες εκτός δουλειάς και ξανά με το δικό μου μηχανάκι. Πάει κι η επικοινωνία με το βιετσέ.
Πάμε στο επόμενο. Καλοκαίρι του 86. Καύσωνας. Πάλι Πειραιά χρεωμένος, αλλά τώρα δεν τρέχουμε πάνω κάτω. Φεύγουμε για Πειραιά, παραδίδουμε εκεί (αργότερα άνοιξε και γραφείο στην περιοχή) και παραλαμβάνουμε ό,τι υπάρχει επικοινωνώντας ταχτικά με το γραφείο (στη Σμολένσκη θυμίζω, Νεάπολη Εξαρχείων, ένας δρόμος μετά τη γνωστή Καλλιδρομίου). Τελευταία μου παραλαβή γύρω στις 2:30 από Ν. Ικόνιο, Μύλοι Αγίου Γεωργίου (Λούλη). Τώρα πια με μηχανάκι της εταιρείας και μόνο, όλοι (εκτός αν υπήρχε ανάγκη λόγω βλάβης). Έχω και βιετσέφ. Κράνος υπάρχει αλλά μέσα στο κουτί που έχουμε πίσω. Επικοινωνία με γραφείο, να κάνω και μία στάση στην Ομόνοια να παραλάβω κάτι. Δε φοράω το κράνος και κάνω όλη τη διαδρομή μέχρι Ομόνοια κι από κει Χαριλάου Τρικούπη να φτάσω στην εταιρία. Και να φόραγα το κράνος πριν, σιγά που θα το φόραγα μετά την παραλαβή, για τόσο μικρή απόσταση, ούτε 1,5 χιλιόμετρο.
Πλησιάζω στην Καλλιδρομίου και γυρίζω να δω αν πίσω και δεξιά έρχεται κάποιος και πιάνω τη δεξιά άκρη και να στρίψω στον επόμενο δρόμο. Με το που γυρίζω μπροστά συνειδητοποιώ πως μπροστά είναι σταματημένο ένα ταξί για αποβίβαση. Κόβω το γκάζι, δεν ξέρω αν πρόλαβα να πατήσω και φρένο και σταματάω πάνω στο ταξί. Εγώ μπαίνω μέσα από το πίσω παρμπρίζ. Το σοκ μεγάλο. Απ' τα γυαλιά ηλίου μου σκίζεται η μύτη και μ' έχουν πάρει τα αίματα. Κάθομαι στο πεζοδρόμιο. Με το Βιετσέφ ειδοποιώ στο γραφείο να έρθουν να πάρουν τα πράγματα. Ξεκινάει ο Αλέξης και τον περιμένω αλλά δεν εμφανίζεται. Αμάν τι θα γίνει γιατί έχουν ειδοποιήσει κι ασθενοφόρο να με πάρει. Έρχεται ο Αλέξης με το αυτοκίνητο. Δεν είχε συνειδητοποιήσει κι αυτός πως βρισκόμουν μόλις 100 μέτρα από το γραφείο. Παίρνει το μηχανάκι, με παίρνει το ασθενοφόρο και με πάει στο ΚΑΤ.
Στο ΚΑΤ με ψαχουλεύουν, έχει περάσει και κάποια ώρα, πονάς κάπου, όχι εντάξει, καλά περίμενε νάρθει πλαστικός να σου ράψει τη μύτη κι αν νιώσεις ζαλάδα μας το λες. Ζαλάδα δεν ένιωσα, ήταν μια νοσοκόμα που μπαινόβγαινε και κάποια στιγμή έρχεται κι ο πλαστικός. Α, δεν είναι τίποτα μερικά ράμματα μόνο. Θα ου κάνετε γιατρέ; ρωτάει η νοσοκόμα. Μπα λέει, είναι παλληκάρι, δεν χρειάζεται, αντέχει. Γιατρέ, του λέω, δεν χρειάζεται να δείξω πως είμαι άντρας κι αντέχω, κάνε ό,τι χρειάζεται και δεν είν' ανάγκη για παραπάνω πόνο. Με ράβει και φεύγω.
Βέβαια, τα ατυχήματα δεν σταματάνε εδώ. Αλλά αρκετά για σήμερα, η συνέχεια στο επόμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.