Στην εταιρία τα πράγματα πήγαιναν καλά. Ως διευθυντής δεν είχα πολλά πάρε δώσε πια ούτε με τα μηχανάκια ούτε με τ' αεροδρόμια. Αλλά αυτά για τις κανονικές συνθήκες. Όταν υπήρχε ζόρι και το μηχανάκι καβάλαγα και το αυτοκίνητο για τ' αεροδρόμιο. Π.χ. γύριζε ο κούριερ που είχε πάει να παραδώσει ένα δέμα με το μηχανάκι (ή το αυτοκίνητο αν το δέμα ήταν μεγάλο) και μας έλεγε πως αυτή η διεύθυνση δεν υπάρχει. Ή θα ήξερα την περίπτωση να του δώσω οδηγίες για το πώς θα πάει να τη βρει (μπορεί και νάβρισκα άκρη με τον χάρτη - είχαμε τους οδηγούς της Αθήνας που έβγαζε τότε τη εταιρία Καπρανίδης - Φώτης, αργότερα χώρισαν κι είχε ο καθένα τη δική του παραλλαγή με ελάχιστες διαφορές) ή θάπαιρνα το όχημα και θα πήγαινα να το παραδώσω εγώ (και η διεύθυνση θα βρισκόταν, απλά το πώς την έγραφαν και πού ήταν, πώς βρισκόταν, άλλο θέμα).
Επίσης (ειδικά όταν υπήρχαν άδειες) έκανα κάνα απογευματινό δρομολόγιο για το αεροδρόμιο (outbound που λέμε στα ελληνικά). Σε μια απ' αυτές υπήρχε μια αποστολή που δεν προλάβαινε να την παραλάβουμε να έρθει στο γραφείο να καταγραφεί και να μπει στο σάκο για να φύγει την ίδια μέρα (ήταν κάποια δείγματα που θα ήταν έτοιμα αργά). Έτσι κανονίσαμε να περάσω απ' την εταιρία να την πάρω καθώς θα πήγαινα για την αποστολή. Βρίσκονταν στην Κατεχάκη, είχαμε τα στοιχεία, ήταν καταγραμμένα μπορούσε να γίνει κι αυτό (αλλά όπως συνήθως απ' την εταιρία έφυγα με την ψυχή στο στόμα). Πάω, παραλαβαίνω και φεύγω για το αυτοκίνητο. Έχετε δει την ταινία Ο Παπατρέχας με τον Βέγγο; Εκεί σε μια σκηνή ο Βέγγος πάει να βγει από την πολυκατοικία και αντί να περάσει απ' την ανοιχτή πόρτα, περνάει μέσα από το τζάμι (που προφανώς σπάει). Μια απ' τα ίδια κι εγώ. Και μιλάμε για τζάμια χοντρά. Που μου έσκισαν το παντελόνι (και το πόδι) και διάφορες άλλες γρατζουνιές αλλά τίποτα παραπάνω. Έστειλα τους σάκους, πέρασα απ' το σπίτι, άλλαξα (και τρόμαξε η Μαρία που με είδε) κι επέστρεψα στο γραφείο ν' αφήσω τ' αυτοκίνητο.
Το μεγάλο πρόβλημα που είχαμε ήταν πως ως εταιρία δεν μπορούσαμε να έχουμε φορτηγάκια κι έπρεπε να κινούμαστε μόνο με επιβατικά αυτοκίνητα. Γιατί δεν προβλεπόταν η χρήση φορτηγών από τέτοιες εταιρίες (παροχής υπηρεσιών μεταφοράς φακέλων και μικροδεμάτων ο επίσημος σκοπός της εταιρίας). Μεταφορές έκαναν μόνο οι μεταφορικές εταιρίες και τα ΕΛΤΑ. Κι ουσιαστικά η δική μας λειτουργία ήταν ανταγωνιστική των ΕΛΤΑ. Ταχυδρομικές υπηρεσίες προσφέραμε. Και γινόταν μεγάλη συζήτηση για το αν υπάρχει χώρος να λειτουργήσουμε παράλληλα με τα ΕΛΤΑ ή θα έπρεπε αυτά να κρατήσουν το μονοπώλιό τους (αγνές εποχές ακόμα που τα κρατικά μονοπώλια είχαν το πάνω χέρι - όχι σαν και σήμερα που κόπηκε η ΔΕΗ σε τρία κομμάτια - ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ και ΔΕΗ που η τελευταία απέκτησε μπόλικους ανταγωνιστές οπότε χρειάστηκε κι ένα συντονιστής τους η ΡΑΕ).
Κάποια στιγμή υπήρξε τροποποίηση του νόμου (μπορεί νάταν κι απλή υπουργική απόφαση, ποιος θυμάται) και δόθηκε η άδεια και στις εταιρίες κούριερ να έχουν φορτηγά. Δεν πρόλαβε να τυπωθεί σε ΦΕΚ κι είχαν παραγγελθεί 4 κλειστά φορτηγά: ένα Nissan Vanette και τρία Suzuki Carry (και μέχρι να τυπωθεί κυκλοφορούσαν με προσωρινές πινακίδες ΔΟΚ). Το πρώτο ήταν με ωφέλιμο φορτίο λίγο πάνω από 1000 κιλά κι έτσι μπορούσε να κυκλοφορεί καθημερινά στον δακτύλιο αλλά με περιορισμούς σε κάποιους δρόμους (π.χ. Πανεπιστημίου) όπου μπορούσε να περνάει περιορισμένες ώρες. Τα Σουζουκάκια ήταν με ωφέλιμο κάτω από 600 κιλά, κυκλοφορούσαν εναλλάξ ανάλογα την πινακίδα τους, αλλά παντού. Το ένα απ' τα Σουζούκια πήγε στη Θεσσαλονίκη κατευθείαν ενώ τα άλλα δυο έμειναν ένα στην Αθήνα κι ένα στον Πειραιά κι άλλαζαν κάθε μέρα. Π.χ. το ζυγό τη νύχτα πήγαινε αεροδρόμιο, κατέβαινε Πειραιά για τα εκεί αντικείμενα και δεν επέστρεφε αυτό αλλά το μονό για την επόμενη μέρα κοκ.
Τα πράγματα προς το εσωτερικό φεύγανε μ' αεροπλάνα, τρένα και βαπόρια, ανάλογα τι πήγαινε πού. Με το που δόθηκε η άδεια για τα φορτηγά κάποιος υπάλληλος απ' την εταιρία αποχώρησε κι έστησε δική του εταιρία που ανέλαβε το δρομολόγιο Αθήνα - Θεσσαλονίκη με φορτηγάκι. Έπαιρνε σάκους απ' τη δικιά μας αλλά και από άλλες εταιρίες κούριερ (που στο μεταξύ είχαν πληθύνει), τα έβαζε στο φορτηγάκι κι οδηγούσε μέχρι τον Αλμυρό (με στάση στη Λαμία). Από τη Θεσσαλονίκη ξεκινούσε άλλο φορτηγάκι που αφού πέρναγε από Λάρισα και Βόλο έφτανε κι αυτό στον Αλμυρό. Έπιναν έναν καφέ οι οδηγοί και μετά αντάλλαζαν αυτοκίνητα κάνοντας την ίδια διαδρομή αλλά για κει που ξεκίνησαν. Έτσι είχαμε άνεση στο χρόνο (δεν ψάχναμε το δρομολόγιο που θα μπορούσε να πάρει τους σάκους μας) και ήταν από τα γραφεία στα γραφεία.
Παρόμοια θέματα με τα κρατικά μονοπώλια είχαμε και με τ' αεροπλάνο. Δυο φορές ξεκίνησε νάρχεται απευθείας αεροπλάνο, δυο φορές σταμάτησε στη βδομάδα πάνω. Την πρώτη έγιναν κάποια ενδιάμεσα δρομολόγια όπως έγραφα τις προάλλες, τη δεύτερη η απόφαση διακοπής εφαρμόστηκε άμεσα. Αλλά οι διαβουλεύσεις δεν σταμάτησαν. Κάποια στιγμή ευοδώθηκαν κι η ΤΝΤ ήταν η πρώτη εταιρία κούριερ που έφερε δικό της αεροπλάνο (έστω και με διαφορά λίγων ημερών) αλλά όλ' αυτά έγιναν αφού είχε αλλάξει χέρια η εταιρία κι είχα φύγει εδώ.
Όλ' αυτά έφερναν κι άλλη δουλειά. Τα αντικείμενα που στέλναμε καθημερινά πλήθαιναν και η διαχείρισή τους ήθελε περισσότερο προσωπικό. Παράλληλα μεγάλωνε το πελατολόγιο κι οι απαιτήσεις πλήθαιναν κι αυτές και χρειαζόταν προσωπικό για να τις διαχειριστεί. Ό χώρος όμως των γραφείων ήταν συγκεκριμένος και περιορισμένος. Το πατάρι που είχε τη βοηθό λογιστή γέμισε γραφεία. Το υπόγειο έγινε ο χώρος για τη διαχείριση των αντικειμένων ενώ εκεί που βάζαμε τα μηχανάκια της εταιρίας έγινε κι αυτός χώρος των γραφείων και νοικιάστηκε εκεί κοντά μια άλλη αποθήκη για τα μηχανάκια. Χρειαζόμασταν επειγόντως περισσότερο χώρο. Κι αρχίσαμε να ψάχνουμε. Για κάμποσο καιρό.
Αλλά για τα καινούρια γραφεία θα τα πούμε στο επόμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.