27 Σεπτεμβρίου 2022

Το πρώτο μου αυτοκίνητο

Τι σχέση έχει ο στρατός με το αυτοκίνητο; Έλα που έχει και μάλιστα διπλή. Γιατί το αυτοκίνητο το απέκτησα όταν ήμουν φαντάρος (και με αφορμή αυτό) αλλά και γιατί το δίπλωμα το πήρα στο στρατό. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Όπως έγραφα, τη θητεία μου την υπηρέτησα στην Παγανή, λίγο έξ' απ' τη Μυτιλήνη. Πως κάποιες φορές έπαιρνα διανυκτέρευση και πήγαινα στο χωριό και πως γι' αυτό χρησιμοποιούσα ένα μηχανάκι που είχα στην πόλη. Βασικά διανυκτέρευση δικαιούνταν και έπαιρναν οι ντόπιοι, πράγμα που σημαίνει αυτοί που έμεναν στην πόλη ή τα κοντινά χωριά. Εγώ στα 30 χιλιόμετρα ήμουν στα όρια, τυπικά δεν δικαιούμουνα αλλά είχα πάει ένα χαρτί απ' το θείο μου που μου είχε δώσει το κλειδί γιαν α βάζω το μηχανάκι που έλεγε πως έμενα στο σπίτι του στη Μυτιλήνη. Σπάνια έμεινα εκεί. Ζήταγα διανυκτέρευση για κάνα Σάββατο ή Κυριακή που ήταν κάμποσες ώρες η έξοδος και πήγαινα στο χωριό. Τις άλλες μέρες δεν είχε νόημα, αν και, μπορεί να πήρα κάποια φορά για να γυρίσω αργά στο στρατόπεδο κι όχι στις 11.

Γενάρης του 84. Σάββατο μεσημέρι βγαίνω με διανυκτέρευση. Μιας κι είναι χειμώνας δεν κατεβαίνω να πάρω το μηχανάκι αλλά σκέφτομαι να πάω με οτοστόπ που - βέβαια - απαγορεύεται για φαντάρους (Σαββατοκύριακα έχει ένα μόνο λεωφορείο για το χωριό κι αυτό έχει ήδη φύγει). Βγαίνω απ' το στρατόπεδο και πάω λίγο πιο πάνω να μην φαίνομαι απ' την πύλη και σηκώνω το χέρι. Σταματάει κάποιο αυτοκίνητο που πάει προς Καλλονή, με παίρνει μαζί του και μ' αφήνει στη διασταύρωση για Γέρα - Πλωμάρι, μετά από καμιά 10αριά χιλιόμετρα. Από κει ξανά το χέρι κι αν είμαι τυχερός θα φτάσω στο χωριό αλλιώς μέχρι τη Γέρα και μετά ξανά τα ίδια. Τη συγκεκριμένη μέρα είμαι τυχερός, το αυτοκίνητο που σταματάει είναι από το διπλανό χωριό, τον Τρύγονα και στο τιμόνι ο Νικόλας.

Ο Νικόλας είναι γνωστός όχι μόνο σαν κοντοχωριανός. Είν' αυτός που έμεινα στο σπίτι του όταν πάγαινα φροντιστήριο και έδινα εισαγωγικές εξετάσεις το 1977 αλλά συγχρόνως είχαμε γίνει κατά κάποιο τρόπο και συγγενείς αφού ο αδερφός του παντρεύτηκε μια ξαδέρφη μου. Μέσα στο αυτοκίνητο συζητάμε για το τι κάνουμε, πώς περνάω στο στρατό κλπ και κάποια στιγμή μου λέει "για δεν λες στον πατέρα σου να σου πάρει ένα αυτοκίνητο;" Εμένα δεν μούχε περάσει ούτε από το νου, τόσο καιρό κοίταζα να πάρω το πτυχίο να μην πρέπει να δίνουν οι γονείς μου λεφτά για μένα και τώρα να ζήταγα να μου πάρουν κι αυτοκίνητο; "Μα το αυτοκίνητο φέτος έχει π.χ. ένα εκατομμύριο του χρόνου θα έχει ένα διακόσια με τον πληθωρισμό που υπάρχει". Δεν μ' έπεισε. Αλλάζουμε κουβέντα, με πάει μέχρι το χωριό και το πρωί δεν θυμάμαι πώς γυρίζω στο στρατόπεδο (μπορεί με ταξί).

Μέσα στη βδομάδα, κάποια στιγμή που είμαι στο θάλαμο χτυπάει το τηλέφωνο. Κάποιος το σηκώνει και με φωνάζει. Ήταν η μάνα μου. Παραξενεύτηκα, ο νους μου πήγε στο κακό. Το τηλέφωνο δεν χτύπαγε εύκολα απ' έξω. Κάτι πρέπει να συμβαίνει για ν' αποφασίσουν να σε ζητήσουν. Τι έγινε; Α, να σε ρωτήσω αν θάρθεις αυτό το Σαββατοκύριακο. Λογικά ναι, αλλά γιατί; τι συμβαίνει; Τίποτα, κάτι θέλουμε να κουβεντιάσουμε.

Εγώ κάθομαι σ' αναμμένα κάρβουνα μέχρι νάρθει η ώρα να φτάσω στο χωριό. Τέλος πάντων έρχεται η ώρα εκείνη. Πάω. Τι είναι; τι συμβαίνει; Ε, να σκεφτήκαμε να βρεις ν' αγοράσεις ένα αυτοκίνητο! Ο Νικόλας είχε βρει τον πατέρα μου στο καφενείο και του είχε πει αυτά που μούλεγε και μένα. Κι ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος που έπαιρνε αποφάσεις εύκολα. Οπότε αποφασίστηκε. Να βρω έν' αυτοκίνητο μέχρι ένα εκατομμύριο δραχμές.

Κάπου κει παίρνω άδεια και βρισκόμαστε και με τη Μαρία στα Γιάννενα. Περπατάμε στο δρόμο και κοιτάμε τ' αυτοκίνητα με άλλο μάτι. Καταλήγουμε σε δυο - τρία: ένα Μιτσουμπίσι θυμάμαι, ένα Σιτροέν και το Φορντ το Έσκορτ. Τα δυο πρώτα κοστίζουν ένα εκατομμύριο με την άδεια κυκλοφορίας ενώ το τελευταίο είναι ακριβότερο και κοστίζει κι αυτό ένα μύριο αλλά χωρίς την άδεια. Αυτό μ' αρέσει παραπάνω. Είναι παλιό μοντέλο που έχει ανανεωθεί ριζικά το 80 (και λίγο παραπάνω το 83 αλλ' αυτό δεν το το ξέρουμε εκείνη τη στιγμή που διαλέγουμε). Και καταλήγουμε σ' αυτό.

Το αυτοκίνητο παραγγέλνεται και αγοράζεται και κάποια στιγμή φτάνει. Ναι, αλλά πώς πάει στο χωριό για αποθήκευση; Με άδεια μιας μέρας, το παίρνει ένα φίλος που έχει δίπλωμα και το πάει μέχρι μια αποθήκη που έχει εξασφαλιστεί για την πάρτη του. Μπαίνει μέσα και το μένει εκεί μέχρι το χειμώνα. Χρειάζεται να το βάζουμε μπροστά πότε πότε, αυτό το κάνω εγώ όταν πηγαίνω, αν κάνω αρκετό καιρό έχει μάθει και το βάζει μπροστά η μάνα μου!

Τα Χριστούγεννα του 84 έρχεται να μας επισκεφτεί η κουνιάδα μου που έχει δίπλωμα (εγώ με τη Μαρία όχι ακόμα, αλλ' αυτό είναι επόμενη ιστορία). Βγάζουμε μια άδεια για τρεις μέρες κι έτσι κυκλοφορεί τ' αυτοκίνητο τα πρώτα του χιλιόμετρα. Πάμε και στο αρχαίο υδραγωγείο στη Μόρια δίπλα (και πίσ' απ' την Παγανή 😀) απ' όπου κι η φωτογραφία της αρχής. Με το που μπαίνει το 85 βγάζουμε άδεια κυκλοφορίας (άλλα 150 χιλιάρικα νομίζω, μπορεί και παραπάνω), το ασφαλίζουμε κιόλας (τότε ευτυχώς δεν πολυζήταγαν δίπλωμα για την ασφάλιση) και περιμένουμε να πάρουμε στα χέρια μας και το δίπλωμα για να είμαστε καθόλα εντάξει. Αυτό γίνεται τέλος Μάρτη του 85 (κι οι δυο με λίγες μέρες διαφορά).

Στο μεσοδιάστημα κάνουμε καμιά βόλτα χωρίς δίπλωμα, αλλά να γνωρίσουμε λίγο τις ομορφιές του νησιού! Απ' αυτές τις βόλτες οι υπόλοιπες φωτογραφίες, απ' τη Σκάλα Σκαμιάς συγκεκριμένα. Έχουμε πάει, έχουμε κάτσει σ' ένα ταβερνάκι εκεί και παίρνουμε δυο κολιούς και μια μαρουλοσαλάτα. Η σαλάτα ήταν ένα βαθύ πιάτο γεμάτο που εκτός από μαρούλι είχε άνηθο, κρεμμυδάκι κλπ, όπως μας αρέσει. Τόσο όμορφη που παραγγέλνουμε ακόμα μία. Έρχεται ο λογαριασμός και λέει σαλάτα 36 δραχμές (τα άλλα δεν τα θυμάμαι βέβαια). Ακριβούτσικη μας φάνηκε αλλά τόσο όμορφη που ήταν χαλάλι της. Αλλά είχε μόνο μία, οπότε ως τίμιοι το λέμε στον μαγαζάτορα. Ναι, μας λέει, το ξέρω, Δύο επί 18 μας κάνει 36. Κόκαλο εμείς με την τιμή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.