31 Ιουλίου 2020

Στις Αθήνες

Ναι, έτσι το λέγαμε. Άντε να κόβαμε το "ι" απ' το στις, να αλλάζαμε την κατάληξη αλλά τότε αν κάποιος πήγαινε απ' το χωριό μου, θα πήγαινε "στ'ς Αθήνις" κι όχι στην Αθήνα που πάνε σήμερα.
Μιλάω για το κοσμογονικό 1965. Γιατί κοσμογονικό; Πέρα απ' το ότι ήταν η χρονιά που πήγα (επιτέλους) σχολείο, πάρα απ' τα Ιουλιανά που πρόσφατα ήταν η επέτειός τους (αν και προσωπικά δεν τα θυμάμαι. Θυμάμαι μια διαδήλωση στο χωριό μου, με πανό και συνθήματα που κατέληξε σ' ένα καφενείο όπου και έγινε μετά ομιλία, αλλά για ποιο λόγο ήτανε δεν έχω ιδέα. Την εικόνα της διαδήλωσης έχω μόνο, δεν ήταν κάτι συνηθισμένο). Ήταν κοσμογονικό για μένα το γεγονός πως για καμιά δεκαριά μέρες έφυγα απ' το χωριό και βρέθηκα στην Αθήνα. Το πρώτο μου ταξίδι, δεν είναι μικρό πράγμα.

Το ταξίδι έγινε βασικά για λόγους υγείας. Για μένα είχαν πει πως χρειάζεται να κάνω εγχείριση για να μου βγάλουν κρεατάκια και αμυγδαλές ενώ παράλληλα η θεία μου είχε διάφορα προβλήματα με το στομάχι της κι έτσι κρίθηκε καλύτερο οι σχετικές εξετάσεις να γίνουν στη μεγάλη πόλη κι όχι στη Μυτιλήνη (ή να ζητήσουμε επιβεβαίωση από τους γιατρούς της Αθήνας και να μην αρκεστούμε σ' αυτούς του νησιού. Η παρέα ήταν ο παππούς μου με τη θεία μου κι ο πατέρας μου με μένα.

Το πώς φύγαμε απ' τη Μυτιλήνη δεν θυμάμαι. Με βαπόρι ήταν σίγουρα, εγώ κοιμόμουν στην καμπίνα του καλού καιρού ενώ ο πατέρας μου την έβαλε σε μια καρέκλα παρόλο που είχε κρεβάτι και για κείνον. Στην Αθήνα μείναμε στην Ομόνοια. Στο ξενοδοχείο "Ελλάς", στη Δώρου (το στενάκι ανάμεσα 3ης Σεπτεμβρίου και Πατησίων). Το ξενοδοχείο υπάρχει ακόμα (ή υπήρχε μέχρι πριν ένα - δυο χρόνια), αν και τώρα είναι μόνο για λίγη ώρα!

Από την παραμονή στο ξενοδοχείο θυμάμαι που όταν μπαινοβγαίναμε δίναμε και παίρναμε το κλειδί. Δίπλα ήταν η Ομόνοια με τις εντυπωσιακές διαφημίσεις με φώτα νέον στις ταράτσες των πολυκατοικιών ένα γύρω. Τον Άσο φίλτρο τον θυμάμαι. Αλλά δεν ήταν η μοναδική. Επίσης, καθώς γυρίζαμε προς το ξενοδοχείο περνάγαμε από ένα πρακτορείο λαχείων (μάλλον πρέπει να ήταν το "Ελπίς - Νικολαΐδη" στην Πανεπιστημίου που ήταν από τότε γνωστό λόγω διαφήμισης) και είχε στη βιτρίνα μια κινούμενη κούκλα που κράταγε στο χέρι κάποια λαχεία και στα "πρόσφερε". Τέτοιες κούκλες πρέπει να ήταν μόδα τότε γιατί θυμάμαι πως είχε και σε άλλα σημεία, αλλά ειδικά αυτή μου έχει μείνει. Επίσης το καφενείο ("Πανελλήνιο"; Μπορεί, αλλά μπορεί και να το μπερδεύω με το αντίστοιχο στη Μυτιλήνη) που πηγαίναμε για να συναντηθούμε με άλλους Μυτιληνιούς, ήταν στέκι.

Στην Αθήνα είχε έναν συνονόματό του ξάδερφο ο πατέρας μου (Δούκας κι αυτός) που είχε θυρωρείο στην Καραβία, στα Πατήσια. Το "είχε" σημαίνει ότι δούλευε σ' αυτό ήταν θυρωρός. Εκεί πηγαίναμε τακτικά (με τρόλεϊ!) μιας και είχε παιδιά, η μικρότερη κόρη του ήταν ένα - δυο χρόνια πιο μεγάλη από μένα κι έτσι παίζαμε. Βέβαια με δούλευαν για το ότι μίλαγα Πλωμαρίτικα αλλά αυτό διορθωνόταν, όταν γύρισα στο χωριό για καμιά δεκαριά μέρες μίλαγα Αθηναϊκά!

Μια μέρα ένας θείος μου που έμενε στην Καλλιθέα (και πηγαίναμε με τον ηλεκτρικό) με πήρε και κάπου πήγαμε με τον μέσο αυτό αλλά για πολλή ώρα (το Ομόνοια - Καλλιθέα ήταν μικρό). Μάλλον πρέπει να πήγαμε στο Μαρούσι, απ' ό,τι υπολόγισα κάμποσα χρόνια μετά, γιατί θυμάμαι που οι γραμμές κι ο σταθμός ήταν ψηλά, πάνω από το έδαφος ενώ οι υπόλοιποι είτε όπως στην Ομόνοια υπόγειοι και κατεβαίναμε με τις (ηλεκτρικές!) σκάλες είτε στην επιφάνεια. Μπορεί και να πήγαμε και Κηφισιά και απλά να είδα τον σταθμό απ' το παράθυρο, έτσι κι αλλιώς ήταν κάτι ξεχωριστό.

Τελικά έκανα εγχείριση μόνο για κρεατάκια. Από τότε υπήρχε η ιδέα πως αν δεν είναι πολύ πιεστικό, καλό είναι οι αμυγδαλές να μένουνε (αν και δεν το γλίτωσα, τις έβγαλα μετά από δυο χρόνια). Στην κλινική, μετά την επέμβαση μίλαγα ψιθυριστά. Όχι γιατί υπήρχε κάποιο πρόβλημα αλλά γιατί έτσι μούχε πει η μάνα μου, πως μετά απ' την επέμβαση δεν πρέπει να μιλάω δυνατά. Όμως αυτό ίσχυε μόνο αν έβγαζα τις αμυγδαλές. Αλλά δεν είχε γίνει τέτοια διευκρίνηση. Και μέχρι να τους εξηγήσω το πώς και το γιατί, κατατρόμαξαν μήπως υπήρξε κάποιο άγνωστο πρόβλημα.

Τις επόμενες μέρες, αφού βγήκα εγώ μπήκε η θεία μου. Στο "Λαϊκό". Και για να πάμε να τη δούμε (τρόπος του λέγειν, εμένα δεν μ' άφηναν να μπω και την έβλεπα από την πλατεία απέναντι) παίρναμε το λεωφορείο που πέρναγε μέσα από κήπους, κάτι σαν εξοχή - ήταν τα Ιλίσια. Όταν χρόνια αργότερα ξαναπήγα απ' την περιοχή, δεν υπήρχε τίποτα το πράσινο εκεί. Απ' την Αθήνα (εντάξει απ' τον Πειραιά) φύγαμε εγώ κι ο παππούς, η θεία έμεινε κάποιες μέρες για εξετάσεις και παρακολούθηση. Το πλοίο της επιστροφής το θυμάμαι. Ήταν μαύρο (ενώ γενικά τα επιβατικά, τότε, ήταν άσπρα). Το όνομά του "Αγγέλικα". Πάλι σε καμπίνα ήμασταν. Πάντως το δρομολόγιο ήταν Σύρος - Χίος - Μυτιλήνη και θυμάμαι που βγαίναμε να χαζέψουμε που μπαίναμε στο λιμάνι.
Όταν γύρισε απ' την Αθήνα ο πατέρας μου, έφερε μαζί του δυο αμανάτια: ένα ψυγείο πάγου, αυτό που είχε ο θείος ο Δούκας και είχε αποφασίσει να το αλλάξει με ηλεκτρικό (μετά από κοντά τρία χρόνια την ίδια απόφαση πήρε κι ο πατέρας μου) και δεύτερον την ιδέα του θυρωρείου (που τάχω ξαναπεί). Να αναλάμβανε κι εκείνος ένα θυρωρείο σε πολυκατοικία της Αθήνας (τότε κάθε πολυκατοικία είχε το θυρωρό της - έδινες κάποια λεφτά σαν εγγύηση κι αναλάμβανες να καθαρίζεις την πολυκατοικία και να επιβλέπεις κάποιες ώρες το ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Για τη δουλειά αυτή έπαιρνες αφενός μεν έναν μισθό κι αφετέρου σου παραχωρούσαν ένα διαμέρισμα - συνήθως υπόγειο). Το θυρωρείο θα το κρατούσε βασικά η μάνα μου ενώ εκείνος θα δούλευε στις οικοδομές. Η ιδέα αυτή δεν κράτησε για πολύ. Στο χωριό η ιδέα φάνηκε καλή, κι ακόμα ένας φίλος του είπε να τον ακολουθήσει. Αλλά μάλλον όχι στη μάνα μου. Βρέθηκαν κάνα δυο τρία θυρωρεία, με κανένα δεν προχώρησε η δουλειά, ο Αντώνης (ο φίλος) έφυγε το Νοέμβρη (μαζί με τα παιδιά του που δεν ήξεραν το τι κέρδισαν απ' αυτή την κίνηση) κι εμείς μείναμε στο χωριό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.