10 Φεβρουαρίου 2022

Η ζωή στην εστία

Πόζα με40 τόνους μαγκιά κι από πίσω ο Ανέστης με μουτζώνει, αλλά εκείνη την ώρα δεν τον πήρα χαμπάρι. Αργότερα κατέστρεψα το αρνητικό!

Εστία μέρος 3 αλλά βλέπω να υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες από παλιούς συμφοιτητές που τους κοινοποιώ τα γραφόμενά μου μέσω ΦΒ κι έτσι τρομάζω αν θα μπορέσω να ανταποκριθώ στις προσδοκίες τους. Αλλά θα το προσπαθήσω. Κι ό,τι ξεχάσω ελπίζω να μου το θυμίσουν στα σχόλιά τους οπότε θα το συμπληρώσω. Αφού περιέγραψα το χώρο σήμερα λέω να μιλήσω για τον τρόπο (αν και, πάλι θα πρέπει ν' αναφερθώ στο χώρο σε κάποια σημεία). Για το πώς πέρναγε η μέρα μας εκεί. Αλλά για το φαγητό ακόμα μιας και λέω να το βάλω συνολικά με το φαΐ στη λέσχη. Ε, άμα μιλάς για μάσα να μην μένεις με τη μπουκιά στο στόμα και περιμένεις τα υπόλοιπα 😀

Αρχικά να πω πως όταν έμενα στην εστία δεν υπήρχε περίπτωση να βαρεθώ. Ίσχυε αυτό που έλεγε ο Ηλιόπουλος στις Κυρίες της αυλής. Θέλω καφέ έρχομαι και με σερβίρεις, θέλεις καφέ έρχεσαι και τον φέρνεις να τον πιούμε. Οι μετακινήσεις από το ένα δωμάτιο στο άλλο ήταν το πιο εύκολο πράγμα. Η εστία είχε 469 δωμάτια, είπαμε. Σε μια ακτίνα 50 μέτρων από την είσοδο. Άντε να μην ήξερες τους μισούς (πράγμα απίθανο) μέναν πάνω από 200 οι γνωστοί και φίλοι. Κι άντε να έλειπαν κάποιοι απ' αυτούς. 150 τους έχουμε. Πες πως κάποιοι ήταν απασχολημένοι με ιδιαίτερες ασχολίες. Και κάποιοι ήταν σε άλλα δωμάτια (αλλ' αυτό συνήθως δεν ήταν πρόβλημα γιατί αφήναμε χαρτάκι στην πόρτα μας λέγοντας πού θα ήμασταν). Άρα είχες αρκετό κόσμο να βρεθείς για να χαλαρώσεις απ' το διάβασμα. Κι αν εσύ δεν το σκεφτόσουνα να βγεις απ' το δωμάτιό σου τότε θα σε σκεφτόταν κάποιος απ' τους άλλους. Κι όχι μόνο τους εστιακούς αλλά κι απ' αυτούς που έμεναν στην πόλη. Κι αν τίποτα απ' αυτά δεν σε ικανοποιούσε, το κυλικείο ήταν εκεί και σε περίμενε.

Αν σ' ένα γλέντι δεν χωράγαμε στο δωμάτιο υπήρχε κι ο διάδρομος

Οι συναντήσεις αυτές μπορεί να ήταν με κουβέντα περί ανέμων και υδάτων αλλά μπορεί να είχαν και σοβαρά θέματα. Μπορεί να ήταν για καφέ ή για κάποιο ποτό με ευκαιρία μιας γιορτής (εκεί να δεις). Π.χ. στο δωμάτιό μου είχα πάντα προμήθειες με ούζο που έφερνα απ' τον Βαρβαγιάννη! Ε, μεζές υπήρχε όταν ήταν λίγο μετά απ' την επιστροφή απ' το χωριό. Αλλά μιας και το χωριό μου ήταν μακριά, μεζέ είχα λίγο καιρό. Αλλά άλλοι έμεναν πιο κοντά. Κι όταν γύριζαν απ' το χωριό τους έφερναν διάφορα καλούδια. Και κανένας μας δεν ήταν μοναχοφάης.

Όπως εδώ. Που η εορτάζουσα Ελευθερία ήταν εξαιρετικά δημοφιλής.

Το γεγονός πως μπορούσαμε να κάνουμε επισκέψεις απ' τη μια στην άλλη 24/7 και στα 468 υπόλοιπα δωμάτια χωρίς περιορισμό είχε να κάνε με γεγονότα που είχαν γίνει τον προηγούμενο από μένα χρόνο. Η εστία ξεκίνησε να δουλεύει το 76-77 (άρα ήμουν τυχερός που ότι υπήρχε όταν πήγα εγώ). Και υπήρχε κανονισμός που έλεγε πως απαγορεύονταν οι επισκέψεις απ' τη μια μεριά στην άλλη. Δεν μπορούσαν τ' αγόρια να πηγαίνουν επίσκεψη στα δωμάτια των κοριτσιών, τουλάχιστον από μια ώρα και μετά. Πόσο δε μάλλον η διανυκτέρευση αλλόφυλου. Αλλά αυτό είχε αλλάξει ήδη, όταν πήγα εγώ δεν υπήρχε τέτοιος περιορισμός. Έτσι οι διαμονές στα δωμάτια ήταν και μικτές ντε φάκτο.

Η φωτογραφία έχει τα προβλήματά της αλλά οι ανακοινώσεις στα ταμπλό στο κυλικείο φαίνονται

Μάλιστα είχε γίνει και μια φάση όταν μια μαμά ήρθε να επισκεφτεί την κόρη της (κι έμενε η ίδια σε ξενοδοχείο). Η κόρη της την είχε ενημερώσει ότι μένει στην πτέρυγα των αγοριών, χωρίς βέβαια να πει πως μένει ΜΑΖΙ με το αγόρι που τη φιλοξενούσε. Έρχεται η μαμά και την ψάχνει κι ο θυρωρός της λέει "Ξέρετε κυρία μου ότι η κόρη σας μένει σε δωμάτιο αγοριού;" Κι η μαμά εντελώς αθώα του απαντάει: "Ναι, το ξέρω. Τι να κάνουμε. Αφού δεν μπορούσε να βρει αλλού". Κόκκαλο ο θυρωρός.

Εκτός από τις ανταλλαγές επισκέψεων και τις εορταστικές συγκεντρώσεις είχαμε και τα τακτικά μας. Μπαίνοντας από την είσοδο υπήρχαν κάτι σκαλάκια κι η αίθουσα εκδηλώσεων με το κυλικείο. Χωριζόταν απ' τον υπόλοιπο χώρο με κάτι χωρίσματα ταμπλό τα οποία συνήθως ήταν στολισμένα από αφίσες των πολιτικών κομμάτων και παρατάξεων. Μπροστά υπήρχαν τραπεζάκια από κόμματα και παρατάξεις που πουλούσαν τα κομματικά έντυπα. Στάνταρ του ΚΚΕ (Ριζοσπάστης, Οδηγητής, ΚΟΜΕΠ), αλλά και του ΠΑΣΟΚ (Εξόρμηση, Αγωνιστής), ΚΚΕεσ (Αυγή, Θούριος), Μ-Λ ΚΚΕ (Λαϊκός δρόμος), ΚΚΕ (μ-λ) (Προλεταριακή σημαία), ΕΚΚΕ (Λαϊκός Αγώνας). Αλλά και τραπεζάκια με βιβλία ή άλλα έντυπα. Ειδικά στην περίοδο των εκλογών (γενικών ή φοιτητικών) γινόταν μάχη για το ποιος θα καταλάβει την καλύτερη θέση.

Ο διάδρομος βέβαια μπορεί να ήταν μόνο για τη φωτογράφιση.

Ο εκδηλώσεις που γίνονταν στην αίθουσα εκδηλώσεων ήταν πρώτιστα κινηματογραφικές προβολές. Μια μέρα κάθε βδομάδα (Πέμπτη νομίζω) είχε προβολή ταινίας. Πάνω από το κυλικείο υπήρχε χώρος με μηχανή προβολής απ' αυτές που είχαν κι οι σινεμάδες της πόλης. Για να γίνει η προβολή χρειαζόταν μηχανικός. Κάποιος μηχανικός υπέγραφε και την προβολή την έκανε ο Γιώργος ο Σόφης στην αρχή και σιγά σιγά μπήκε στη διαδικασία κι ο + Κώστας ο Τσόκαλης. Το ποια ταινία θα παιζόταν τ' αποφάσιζε επιτροπή απ' αυτούς που ξέραν τι γίνεται στην πιάτσα. Υπήρχε συνεργασία με γραφεία διανομής απ' την Αθήνα, οι μπομπίνες έρχονταν με το λεωφορείο τη μέρα της προβολής ή την προηγούμενη και την επόμενη ταξίδευαν με τον ίδιο τρόπο για Αθήνα.

Αλλά εκτός απ' τις προβολές γίνονταν και κάποιες άλλες εκδηλώσεις όπως συζητήσεις, ομιλίες και τέτοια, αλλά όχι και τόσο τακτικά. Θυμάμαι πως το 77 - 78 είχαν έρθει από τη Βουλγαρία αθλητές κωπηλασίας για προπόνηση στη λίμνη. Κι είχε γίνει μια συνάντηση μαζί τους (οι αθλητές κατά κανόνα νέοι άνθρωποι ήταν όπως κι εμείς). Το πρόβλημα ήταν σε ποια γλώσσα θα γινόταν η κουβέντα. Τη λύση έδωσε η Λίτσα. Την άκουγα που μετέφραζε Ελληνικά με Βουλγάρικα και μούχε κάνει εντύπωση πού τα είχε μάθει. Οπότε στο τέλος την ρώτησα. "Α, δεν ξέρω Βουλγάρικα", μου λέει. "Αλλά ξέρω αυτά που λέμε εμείς ντόπικα. Είναι η γλώσσα που μιλάμε στο χωριό μου και μοιάζει πολύ με τα Βουλγάρικα" (ήταν από χωριό της Φλώρινας). Τότε ήταν η πρώτη φορά που έμαθα πως στην Ελλάδα εκτός απ' τα Ελληνικά (εντάξει και λίγα Τούρκικα) μιλιούνται κι άλλες γλώσσες. Κι απ' το Γιώργο έμαθα πως υπάρχουν και τ' Αρβανίτικα. Κι όταν κάποια στιγμή βρέθηκα στο Μέτσοβο έμαθα και για τα Βλάχικα.

Στο κυλικείο πήγαινε κανείς όχι για να ψωνίσει (γινόταν κι αυτό) αλλά για να κάτσει στα τραπέζια του για παρέα. Κι αν δεν τον ενδιέφερε να παίξει ή να κοιτάζει το παιχνίδι των άλλων. Τι παιχνίδι; Τάβλι ή χαρτιά. Συνήθως πρέφα. Κι όχι αθώα, με τίποτα φασόλια. Αρκετοί ήταν μανούλες στο να βγάζουν τα έξοδά τους απ' τα χαρτιά. Θυμάμαι πως μια υποτροφία (τα 23 χιλιάρικα και κάτι που λέγαμε) άλλαξε χέρια σε μια νύχτα μέσα.

Πώς χωράγαμε πολλοί μαζί στα μονά δωμάτια; Κάπως έτσι.

Και μιας κι είπα πως κάποιοι έβγαζαν τα έξοδά τους απ' τη χαρτοπαιξία να πω και πόσα ήταν τα έξοδα της διαμονής στην εστία. Τις εστίες τις διαχειριζόταν το "Εθνικό Ίδρυμα Νεότητος" (ήταν αυτό που έδινε και τις υποτροφίες). Το 1977 που πήγα, έπρεπε να πληρώνουμε 2.000 δραχμές το μήνα για το δωμάτιο και τις σχετικές παροχές καθώς και για τη σίτισή μας. Αλλά για όποιον είχε χαρτί απορίας (σχετικά εύκολο να το βγάλεις, μόνο τα παιδιά των μισθωτών κι ειδικά των δημοσίων υπαλλήλων είχαν θέμα) κάλυπτες μ' αυτό το φαγητό σου άρα έπρεπε να πληρώνεις μόνο το υπόλοιπο που ήταν ένα χιλιάρικο.

Και θα κλείσω το σημερινό μ' ένα ευτράπελο που μου συνέβη την πρώτη χρονιά. Τα δωμάτια στην εστία δεν είχαν και την καλύτερη μόνωση (τσιμεντένια μπλοκ την αποτελούσαν). Έτσι όταν σ' ένα δωμάτιο είχε συγκέντρωση το μάθαιναν όλοι στο διάδρομο. Το πιο σωστό λοιπόν ήταν να καλέσεις και τους γειτόνους ώστε να μην ενοχληθούνε. Αλλά ε, δεν μπορούσες (ή δεν ήθελες) να τους φωνάξεις και όλους. Ένα βράδυ λοιπόν, εκεί που κοιμάμαι ακούω απ' το δωμάτιο του Τάσου, τρία δωμάτια πιο πέρα, να τραγουδάνε. Την ώρα που με ξύπνησαν τραγούδαγαν την Άρνηση (Στο περιγιάλι το κρυφό) κι ήταν εκεί που λέει "διψάσαμε το μεσημέρι μα το νερό γλυφό". Μεσ' την τσαντίλα που με ξύπνησαν, γεμίζω κι εγώ ένα ποτήρι (ή κανάτα; είχα; δεν θυμάμαι) και τους το πάω. Πάρτε ρε να ξεδιψάσετε και να μ' αφήσετε να κοιμηθώ. Χαμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.