08 Φεβρουαρίου 2022

Τα δωμάτια της εστίας

Άρχισα να γράφω προχτές για την φοιτητική εστία που έμεινα τα πρώτα δυο χρόνια που ήμουνα φοιτητής. Όπως είπα τα δωμάτια ήταν σε πτέρυγες με αντικριστά τα δωμάτια σ' έναν μακρύ διάδρομο. Αλλά πώς ήταν μέσα τα δωμάτια; Ε, αυτό θα προσπαθήσω να δείξω σήμερα. Θα ξεκινήσω από τα κοινά στοιχεία και μετά θα μιλήσουμε για διαφοροποιήσεις (γιατί υπήρχαν και τέτοιες). Να ξαναπώ πως οι τουαλέτες ήταν 4 κοινές για όλους στο τέλος του κάθε διαδρόμου. Επίσης να πω πως όλα τα δωμάτια είχαν πρόσβαση προς τα έξω, αυτά που ήταν στους ορόφους με μπαλκόνι (κοινό για όλα τα δωμάτια που έβλεπαν από εκείνη τη μεριά) κι αυτά που ήταν ένα με το έδαφος μπορούσες να βγεις έξω (και να πας βόλτα στους απέναντι, αν ήσουν στην εσωτερική αυλή).

Η μπαλκονόπορτα λοιπόν ήταν ακριβώς απέναντι από την πόρτα του δωματίου που δίπλα της υπήρχε ένα τοιχάκι που χώριζε κάπως τον χώρο και εκεί ήταν το γραφείο με ένα παράθυρο μια σταλιά. Πολύ χαμηλό που ποτέ δεν κατάλαβα ποιος αρχιτέκτονας σχεδίασε δωμάτια για νέους ανθρώπους με τόσο μικρά παράθυρα. Σε άλλες εστίες που είχα πάει (ΦΕΠΑ, ΦΕΜΠ) τα παράθυρα ήταν όλος ο τοίχος ώστε να μπαίνει μπόλικο φως. Στα τζάμια υπήρχαν στόρια (περσίδες) ενώ πάνω από το γραφείο μια λάμπα φθορισμού μας φώτιζε. Το φωτιστικό που φαίνεται στη φωτογραφία ήταν δικό μου. Για να καθόμαστε υπήρχε μια (και μοναδική) καρέκλα μεταλλική με πλαστικό και αφρολέξ, αρκετά αναπαυτική (αλλά όχι αυτές που έχουμε μάθει σαν καρέκλες γραφείου).

Μπροστά από το γραφείο παράλληλα με τον τοίχο ήταν το κρεβάτι. Μπλε μέταλλο με στωματέξ πάνω του και κουβέρτα πράσινη. Τα σεντόνια (κι οι πετσέτες) αλλάζονταν κάθε 10 μέρες. Από πάνω του ένα πορτατίφ τοίχου (αυτό το πορτοκαλί στη φωτογραφία - το δωμάτιό μου από τότε ήταν φορτωμένο με αφίσες κλπ εικόνες που πρέπει να βρεις πού είναι τι). Παράλληλα με τον τοίχο ήταν όταν παραλαβαίναμε το δωμάτιο γιατί μετά ο καθένας έκανε τις τροποποιήσεις του. Άλλος το έβαζε απ' την άλλη μεριά, άλλος κάθετα (το χώραγε έστω και οριακά, με λίγο κενό για να περνάμε).

Τελειώνοντας το κρεβάτι, άλλο ένα τοιχάκι. Κι εδώ τελειώνουν τ κοινά στοιχεία. Γιατί το πίσω κομμάτι (ή το μπροστινό, αν το υπολογίσουμε μπαίνοντας στο δωμάτιο) άλλαζε στα δωμάτια των αγοριών και των κοριτσιών. Στα κορίτσια μετά το τοιχάκι ήταν η ντουλάπα.

Και δίπλα στη ντουλάπα ένας χώρος που είχε ντουσιέρα και νιπτήρα. Μεγάλη πολυτέλεια.

Αντίθετα στων αγοριών στη θέση της ντουλάπας ήταν ο νιπτήρας με πρίζα για ξυριστική μηχανή και δίπλα η ντουλάπα. Η πρίζα αυτή είχε μέσα μια ασφάλεια ώστε να μην μπορεί να συνδεθεί μεγάλος καταναλωτής ρεύματος.

Και τι κάναμε εμείς που θέλαμε να βάλουμε π.χ. ένα φωτιστικό, ένα κασετόφωνο, ένα ματάκι για καφέ κλπ; Τι πιο απλό; Ξεβιδώναμε το καπάκι και βραχυκυκλώναμε την ασφάλεια. Ευκολάκι. Αλλά στα δωμάτια των κοριτσιών που δεν είχαν καθόλου πρίζα; Εκεί λοιπόν αναλάμβανα εγώ και τοποθετούσα μια. Στο πλάι στο γραφείο, τραβώντας καλώδιο απ' το κουτί πάνω από το φωτιστικό. Κάθε χρόνο έβαζα πρίζες και κάθε καλοκαίρι τις ξηλώναν οι υπεύθυνοι. Και φτου κι απ' την αρχή. Πρίζες υπήρχαν δίπλα στις τουαλέτες με το σκεπτικό πως εκεί μπορούσες να βάλεις σίδερο αν ήθελες για να σιδερώσεις (αλλά κάποιοι έβαζαν μάτια και μαγείρευαν!)

Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, είχαν το λόγο τους που δεν έδιναν τέτοιες παροχές ρεύματος. Το σύστημα δεν ήταν σχεδιασμένο για κάτι τέτοιο άρα οι μεγάλοι καταναλωτές δημιουργούσαν κινδύνους για τα καλώδια. Από την άλλη όμως, κάποιες ανάγκες έπρεπε να καλυφτούν. Έτσι αυτοί έβγαζαν κι εγώ τοποθετούσα. Σε γνωστούς και αγνώστους. Από τότε μου έμεινε κι η συνήθεια να έχω κατσαβίδι στην τσάντα μου.

Τα δωμάτια είχαν κλειδαριά που κλείδωνε όταν από πίσω της πίεζες έναν αφαλό. Κι ενώ υπήρχε ένα κλειδί για κάθε δωμάτιο, υπήρχαν και 6 - 7 κλειδιά πασπαρτού που τα είχαν οι επιμελητές και μπορούσαν ν' ανοίξουν το δωμάτιο σε περίπτωση ανάγκης. Ο αριθμός του πασπαρτού που ταίριαζε ήταν γραμμένος με μολύβι στον τοίχο δίπλα στην πόρτα. Προφανώς κι ήταν εύκολο αν κάποιος ήθελε να μπει σε αλλουνού δωμάτιο, αν και όχι για να κλέψει. Κλοπές δεν θυμάμαι νάχα ακούσει. Οι ντουλάπες άνοιγαν με ένα από τέσσερα κλειδιά. Αν δεν ταίριαζε το δικό σου θα ταίριαζε του διπλανού. Αλλά μόνο για πλάκα μπορεί να πήρε κάποιος κάτι (ή να έβαλε). Το καλοκαίρι του 78 κάναμε μια εκδρομή στη Βουλγαρία κι εγώ είχα αναλάβει να κάνω συνάλλαγμα για καμιά 60αριά άτομα. Συνολικά πάνω από 8 χιλιάδες δολάρια ΗΠΑ. Στη ντουλάπα μέσα τα είχα. Κανείς δεν τα πείραξε.

Η ατομική μπουγάδα γινόταν όπως μπορούσαμε. Εκτός απ' το να τα πάμε στη μαμά.

Συμπλήρωση:

Όπως μου θύμισε ένας συμφοιτητής (και συνεστιακός) εκτός από τα πασπαρτού που ήταν ο τυπικός τρόπος ν' ανοίξει μια πόρτα χωρίς το δικό της κλειδί, υπήρχε κι άλλος πιο απλός: Με την ταυτότητα. Η πρώτη ταυτότητά μου είχε δεινοπαθήσει σε τέτοιες αποστολές. Παντού τσακισμένη. Βέβαια ήθελε και λίγο την τέχνη της η δουλειά. Ου παντός πλειν ες Κόρινθον 😀

4 σχόλια:

  1. Εξαιρετική περιγραφή. Ακριβέστατη. Να συμπληρώσω πως εγκαταβιωναμε και επί πτυχίω που είχαμε ξενοικιάσει τα σπίτια μας. Πέρασα υπέροχα στην Εστία. Με την εκπληκτική Ούρσουλα Γιέχαρτ, φοιτήτρια της Ιατρικής.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ευχαριστώ. Οι επί πτυχίω συνήθως ως φιλοξενούμενοι σε δωμάτια φίλων.

      Διαγραφή
  2. Μπράβο βρε Γιάννη διαβάζω και κάτι φτερουγίζει μέσα μου! Όπως τότε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.