04 Μαρτίου 2014

Αναμνήσεις

Είπα να γράψω συνταγή για κοτόπουλο και συνειρμικά θυμήθηκα το πώς και το γιατί το κοτόπουλο δεν είναι απ' τ' αγαπημένα μου εδέσματα. Και το ένα φέρνει τ' άλλο κι αποφάσισα να τα γράψω όλα μαζί εδώ, χωριστά απ' τα υπόλοιπα. Έχουμε και λέμε λοιπόν. Με το κοτόπουλο δεν είχα ιδιαίτερες σχέσεις ποτέ. Έτσι κι αλλιώς στο χωριό αραιά και που να σφάξουμε καμιά κότα, συνήθως όταν δεν γένναγαν πια, άρα γριά που μόνο για σούπα ήταν καλή. Κάποια νεαρά πετεινάρια, τα πελεκάγαμε, αλλά όλα ήταν από σπόντα.

Πάω, λοιπόν, στο πανεπιστήμιο κι εκεί πέρα το μενού ήταν συγκεκριμένο κάθε μέρα: Δευτέρα γιουβαρλάκια, Τρίτη κοτόπουλο, Τετάρτη - Παρασκευή όσπρια, Πέμπτη κρέας (μοσχαρίσιο) και Σάββατο μουσακάς ή παστίτσιο. Παρόμοιο παράλληλο πρόγραμμα και στην εστία. Όσα χρόνια ήμουνα, ίδιο κι απαράλλαχτο.

Κάποια στιγμή, καλοκαίρι του '80 ήτανε και μια Παρασκευή χαράματα ξυπνάω μαύρο χάλι. Προσπαθώ να πάω τουαλέτα και λιποθυμάω. Και το σενάριο επαναλαμβάνεται δυο - τρεις φορές, με το ζόρι σύρθηκα μέχρι το κρεβάτι. Τη χρονιά εκείνη έμενα με τον Αντρέα, αλλά δεν ήθελα να τον ξυπνήσω (άσε που δεν είμαι σίγουρος και πως μπορούσα). Τέλος πάντων, κάποια στιγμή ξημέρωσε, έρχετ' ο Αντρέας στο δωμάτιο και με βλέπει διαλυμένο, μισοξύπνιος - μισοβυθισμένος. Το κουβεντιάσαμε όσο μπορούσα και αποφασίζουμε να πάμε στο νοσοκομείο. Βγαίνει, βρίσκει ταξί, με βάζει μέσα και πάμε. Μια γρήγορη εξέταση στα εξωτερικά και άντε για εισαγωγή.

Ο θάλαμος τεράστιος, με 10 κρεβάτια. Κι ακόμα χειρότερα, 4 απ' αυτά ήταν της παθολογικής, ανδρικό, ενώ τα 6 της παιδιατρικής (αγόρια και κορίτσια, μέχρι 10 - 12 χρονών). Εγώ ήμουνα ο μόνος που δεν είχα συνοδό (αλλά δεν ξέρανε και τι ακριβώς είχα) γιατί οι άλλοι τρεις της παθολογικής ήταν με γαστρορραγία κι είχαν και κάποιον να τους προσέχει και βέβαια το ίδιο συνέβαινε και με τα παιδάκια. Συνολικά δηλαδή 18 - 19 άτομα! Χτυπάγαμε το κουδούνι και νοσοκόμα δεν ερχότανε αφού η κάθε κλινική έλεγε πως μάλλον απ' την άλλη θα θέλανε κάτι, πέρα απ' το ότι αφού όλοι είχαν συνοδό, το πιο εύκολο να πάει ο συνοδός και να ζητήσει αυτό που χρειαζόταν ο ασθενής.

Στο διπλανό κρεβάτι ήταν ένας γεράκος και τη μέρα καθόταν μαζί του η αδερφή του, σε προχωρημένη ηλικία κι αυτή. Και κάποια στιγμή ένα παιδάκι είχε βγει στο μπαλκόνι κι η γιαγιά είχε κάτσει στο κρεβάτι του, να ξεκουράσει τη μέση της. Και για κακή της τύχη μπαίνει εκείνη τη στιγμή ο δεσπότης (ο Θεόκλητος Σετάκης, αυτός που είναι ακόμα τώρα). Μπήκε δεν ξέρω τι ακριβώς ήθελε, αλλά δεν σκοτίστηκε που ήμασταν τόσος κόσμος (και με ανομοιογενή σύνθεση) ούτε σκέφτηκε και την ηλικία της γυναίκας που είχε μπροστά του, αλλά της λέει "Αυτό που κάνεις γιαγιά δεν είναι σωστό. Κι αν δεν στο είπε κανείς άλλος, να στο πει ο δεσπότης". Κι η κακομοίρα η γιαγιά δεν ήξερε πού να κρυφτεί.

Τέλος πάντων, για το φαΐ ήθελα να γράψω, ας κλείσω την παρένθεση κι ας μπούμε στο συσσίτιο. Παρασκευή μεσημέρι έγινε η εισαγωγή. Στο θάλαμο έφτασα στις 12 και κάτι ψιλά, την ώρα που μοίραζαν το φαΐ. Δεν με είχαν στη λίστα τους κι έτσι μ' άφησαν νηστικό. Είπαν πως θα μου φέρουν αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Κατά τις 4 κι αφού μ' είχα κόψει μαύρη λόρδα, πήγε η γιαγιά που λέγαμε και ζήτησε κάτι και μου φέραν 2 κρεμούλες :) Τι να μου κάνουν εμένα. Κι αν τις έφαγα κι αν δεν τις έφαγα, το ίδιο ήτανε. Τέλος πάντων, μιας και στα νοσοκομεία το βραδινό σερβίρεται νωρίς, κατά τις 6 και κάτι έρχεται επιτέλους το δείπνο. Κοτοπουλάκι σούπα. Ενδιαφέρον για αρχή.

Σάββατο μεσημέρι, στο γεύμα κοτόπουλο. Σάββατο βράδυ στο δείπνο, κοτόπουλο. Κυριακή μεσημέρι λίγο κοτόπουλο και λίγο κρέας (σουβλάκι; μπορεί). Κυριακή βράδυ είχε ξηρά τροφή. Αυγό βραστό, τυρί και μορταδέλα ή κάπως έτσι. Δευτέρα είναι του Αγίου Πνεύματος. Όλες τις μέρες είχα πλακωθεί στην αντιβίωση, για στρεπτοκοκκική λοίμωξη, καλά τα πήγαινα, κι έλεγα πως θα βγω, αλλά πώς θα γίνει που είναι αργία, δεν περίμενα πως θα πέρναγαν οι γιατροί και το έριξα στον ύπνο. Πέρασαν κι απ' ό,τι έμαθα είπαν πως καλά πάω, το κουβέντιασαν να φύγω, αλλά είπαν να μ' αφήσουν μια μέρα ακόμα. Το μεσημέρι λοιπόν μου έφεραν το γεύμα που είχε βέβαια κοτόπουλο, όπως και το βράδυ στο δείπνο.

Τρίτη πρωί επιτέλους το εξιτήριο. Δρόμο απ' το νοσοκομείο και πάω στη λέσχη για φαΐ. Τρίτη ήτανε, τι άλλο θα είχε; κοτόπουλο (όπως είπα στην αρχή)! Και τα πράγματα ξαναμπήκαν στο γνωστό καλό δρόμου τους, με κοτόπουλο κάθε Τρίτη μέχρι που πήρα το πτυχίο.

Αλλά η ιστορία με το κοτόπουλο δεν τέλειωσε. Συσσίτιο είχε και στο στρατό. Εκεί το κοτόπουλο προβλεπόταν τρισεβδομαδιαίως: Τρίτη - Πέμπτη - Σάββατο. Για καλή μας τύχη εκείνη την εποχή υπήρχε προώθηση του χοιρινού στην ελληνική αγορά. Κι έτσι κάθε δεύτερο Σάββατο αντί για κοτόπουλο (που μας το χορηγούσε η υπηρεσία) μας έδινε χρήμα για ν' αγοράζουμε χοιρινό και τη γλιτώναμε! Δυο χρόνια κοντά αυτό το βιολί.

Ε, μετά από τόση κοτοπουλοθεραπεία έκανα κάτι χρόνια να φάω κοτόπουλο ξανά. Το ξεκίνησα με ρολό και τώρα, έχω μπει και στο ψητό το ολόκληρο. Τελευταία μπήκε και σε σαλάτα. Μέχρι να γεράσουμε για τα καλά και να πρέπει να το ρίξουμε στις κοτόσουπες, κάτι μπορεί να γίνει.

2 σχόλια:

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.